Μαρία Αλιφέρη: «Τον θάνατο του πατέρα μου τον “είδα” λίγες μέρες πριν συμβεί και μάλιστα στα μπουζούκια»
TV Gossip

Μαρία Αλιφέρη: «Τον θάνατο του πατέρα μου τον “είδα” λίγες μέρες πριν συμβεί και μάλιστα στα μπουζούκια»

Μαρία Αλιφέρη: «Τον θάνατο του πατέρα μου τον “είδα” λίγες μέρες πριν συμβεί και μάλιστα στα μπουζούκια»

Οι επιτυχίες, η επιστροφή στους Πανθέους και οι μεταφυσικές εμπειρίες

Η Μαρία Αλιφέρη, μία από τις μεγαλύτερες σταρ που πέρασαν από την ελληνική τηλεόραση, επέστρεψε φέτος στη μικρή οθόνη μέσα από τους «Πανθέους», και με αυτή την αφορμή μίλησε στο περιοδικό ΟΚ! και τον Γιώργο Πράσινο για τη σειρά του ΣΚΑΪ ενώ παράλληλα έκανε αναδρομή στη «χρυσή» πορεία της μπροστά και πίσω από τα φώτα της λάμψης.

Επιστρέφεις στην τηλεόραση με τους Πανθέους, όπου υποδύεσαι την Καλή Πανθέου, μια γυναίκα που αρχικά νοσηλεύεται σε ψυχιατρείο. Με ιντρίγκαρε ο ρόλος γιατί βασίζεται στην υποκριτική. Στους πρώτους Πανθέους, του 1977, τον έπαιζε η σπουδαία Μαρία Αλκαίου.

Η Καλή είναι μια γυναίκα που έχει –σχεδόν– «καταφύγει» στην άνοια γιατί της έχουν συμβεί πολλά και τρομακτικά πράγματα για τα οποία είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη. Κάπως έτσι ξεκινάει η μεγάλη καταστροφή των Πανθέων. Είναι ένα έργο-θρύλος, από το εξαιρετικό μυθιστόρημα του Τάσου Αθανασιάδη, μια ιστορία που έχει αγαπηθεί πολύ. Πώς σου φαίνεται που υποδύεσαι τη θεία της Κάτιας Δανδουλάκη; Μια χαρά μού φαίνεται. Μακάρι να έπαιζα και τη γιαγιά της Κάτιας! Μου αρέ- σουν οι ρόλοι έξω από την εικόνα μου και την ηλικία μου. Έχω κάνει πολλούς τέτοιους, κυρίως στο θέατρο, και μάλιστα από νεαρή ηλικία

Ποιος σε ανακάλυψε;

Υπήρχε ένα έθιμο στη Δραματική, που νομίζω πως ισχύει μέχρι σήμερα, όπου κάθε Απόκριες οι σπουδαστές από τις τρεις τάξεις γράφουν, παίζουν και σκηνοθετούν και το Εθνικό καλεί όλους τους σχετικούς με το θέατρο για να δουν τους μελλοντικούς καλλιτέχνες. Εκεί με είδε ο Διονύσης Φωτόπουλος, που θα έκανε τα σκηνικά στο σίριαλ Στησιχόρου 73, και με πρότεινε στους παραγωγούς λέγο-ντας: «Πηγαίνετε να δείτε ένα κορίτσι που έχει έναν προβολέα στο πρόσωπο!». Είχαν βρει όλο το καστ, τη Νόρα Βαλσάμη, τον Λυκούργο Καλλέργη, τον Βαγγέλη Βουλγαρίδη, την Καίτη Λαμπροπούλου.

Αλλά τους έλειπε η πρωταγωνίστρια.

Ναι, ήθελαν ένα καινούριο πρόσωπο. Το σίριαλ είχε τεράστια επιτυχία, και αυτό έφερε προτάσεις από το θέατρο. Αμέσως μετά έκανα το Ο άνθρωπος – σούπερμάρκετ με τον Κώστα Βουτσά. Έμαθα πολλά από εκείνον, είχε έναν επαγγελματισμό ζόρικο. Νομίζω πως τα πρώτα βήματα στον επαγγελματισμό μου τα έμαθα από τον Βουτσά. Εκεί έπαιζε και η Μάρω Κοντού, η «κυρά του θεάτρου» όπως τη λέω. Με αγκάλιασε αμέσως – εγώ ήμουν άσχετο, αδίδαχτο. Με έμαθε πολλά, από το πώς να βάφομαι μέχρι τους κώδικες της κωμωδίας. Και χωρίς να έχει ανταγωνισμό για τις νεότερες. Συνέχισα αδιάλειπτα στο θέατρο με μεγάλες παραγωγές και κλασικά έργα μέχρι σήμερα: Από το Όσα παίρνει ο άνεμος στο Θέατρο Μινώα με τον Άγγελο Αντωνόπουλο και τον Κώστα Αρζόγλου και το Ένας ιππότης για τη Βασούλα με τον Χρήστο Πολίτη μέχρι τη Μαντάμ Ορτάνς–έργο-σταθμός για μένα– και το πιο πρόσφατο Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι του Τένεσι Ουίλιαμς ή την Τρισεύγενη του Κωστή Παλαμά, που την παρουσιάσαμε σε όλα τα αρχαία θέατρα. Και πολλές περιοδείες στο εξωτερικό.

Στις αρχές του ’80 υπήρξες τόσο μεγάλη σταρ που εμφανιζόσουν ταυτόχρονα στα δύο κρατικά κανάλια και ανταγωνιζόσουν ουσιαστικά τον εαυτό σου: στην ΕΡΤ παρουσίαζες Τα τετράγωνα των αστέρων και στην ΥΕΝΕΔ το Κάνε ό,τι κάνω.

Αυτό γινόταν τα Σαββατοκύριακα γιατί τις Δευτέρες έπαιζαν την Κραυγή των λύκων. Μου είχαν πει τότε κάπως εκβιαστικά ότι « πρέπει να κάνεις και το σόου στο άλλο κανάλι, αλλιώς θα κλείσει η πόρτα της τηλεόρασης για σένα». Για καλό μου βέβαια ήταν. Φορούσες ακουστικό; Σου είχαν γραμμένα τα κείμενα; Όχι. Ούτε ακουστικό ούτε autocue. Μόνη μου απέξω τα έλεγα. Ξυπόλυτη στα αγκάθια. Στα Τετράγωνα εγώ έγραφα τα κείμενα, εγώ τηλεφωνούσα στους καλεσμένους. Και είχαν έρθει όλοι, από τον Θανάση Βέγγο που δεν πήγαινε πουθενά μέχρι διευθυντές εφημερίδων και από τον Φρέντυ Γερμανό μέχρι όλους τους ποδοσφαιριστές που ήταν σταρ τότε.

Έχεις πει «ήμουν ο καημός της Αλίκης». Μόνο τα εισιτήρια σας έκαναν ανταγωνίστριες ή και η εικόνα σου;

Ωραία ερώτηση, αλλά δεν ξέρω την απάντηση. Αυτό που ξέρω είναι πως στα τελευταία χρόνια της Αλίκης, κατά έναν μαγικό τρόπο, με κάλεσε εκείνη από το πουθενά και κάναμε παρέα, ανοίξαμε τις καρδιές μας, είπαμε πολλά για τις ζωές μας. Πήγαινα σπίτι της για καφέ, καθόμασταν οι δυο μας, χωρίς όμως να είμαι από τους μόνιμους της Αλίκης. Είχαμε πάει και μαζί δια- κοπές στην Κρήτη με μεγάλη παρέα, που ήταν και ο Κώστας Σπυρόπουλος. Ήμασταν στο Ηράκλειο και όπου εμφανιζόμασταν μαζί γινόταν χαμός. Και η Αλίκη και εγώ απολαμβάναμε να μας μιλάει ο κόσμος.

Είσαι πραγματικά όσο δυνατή φαίνεσαι;

Ναι. Όλο το εσωτερικό μου πάθος εστιάζει στον άνθρωπο. Το επάγγελμα που κάνω είναι ανθρώπινο γιατί ταξιδεύει τις ψυχές και πιθανότατα χαλαρώνει τον άνθρωπο. Ένα πέρασμα άλλωστε είναι η ζωή.

Αισθάνομαι ότι έχεις μια μεταφυσική προσέγγιση στα πράγματα.

Από πολύ νέα. Τα βαθιά μου ερωτηματικά, « Τι είναι ο άνθρωπος;», «Ποια είμαι;», « Πού πηγαίνουμε», έχουν να κάνουν με το να βρω τον εαυτό μου και να επικοινωνήσω.

Ποιες μεθόδους χρησιμοποιείς;

Χρησιμοποιώ τα όνειρα, είμαι πολύ καλή στον αποσυμβολισμό τους, την αυτοσυγκέντρωση και την προσευχή. Ακόμα και τον θάνατο του πατέρα μου το 1977, τον «είδα» λίγες μέρες πριν. Και μάλιστα μέσα στα μπουζούκια. Ήμασταν μια παρέα με τον Δημήτρη Μητροπάνο, τη μητέρα του και συναδέλφους – είχαμε βγει και γλεντούσαμε. Ο πατέρας μου ήταν πάντα στο χωριό και εκείνες τις ημέρες είχε έρθει στην Αθήνα για τσεκάπ, που είχε πάει εξαιρετικά, δεν είχε τίποτα. Εκείνο το βράδυ λοιπόν, μετά την παράσταση Ξυπόλητη στο πάρκο, όπου έπαιζα με τον Τσιβιλίκα, εκεί που διασκεδάζαμε και ήμασταν μες στην καλή χαρά, κάποια στιγμή με έλουσε κρύος ιδρώτας. Σαν να μπήκε ένας πολύ παγωμένος αέρας. Έτρεχαν τα μάτια μου σαν βρύση, οπότε γύρισα στη μητέρα του Μητροπάνου, την κυρία Τασία –να ’ναι καλά εκεί που είναι–, και της είπα: « Αυτό που με στενοχωρεί είναι ότι θα πεθάνει ο πατέρας μου και δεν θα δει εγγόνια». Πράγματι, σε δύο ημέρες «έφυγε» ο πατέρας μου – απρόσμενα. (Συγκινείται.)

Σε τρόμαξε αυτή η ικανότητά σου;

Όχι, το θεωρώ ευλογία.

Διαβάστε επίσης

Μαρία Αλιφέρη: «Επειδή είμαι Σπαρτιάτισσα δεν καταλάβαινα Θεό σε αυτά. Έφευγα επί τόπου»