Ο μισός τίτλος παραπάνω, βέβαια, είναι δανεικός από το υπέροχο ομώνυμο βιβλίο του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές. Αλλά έχω σιχαθεί πια ακόμη και να αναφέρω τη λέξη κορονοϊός, καμιά διακοσαριά φορές τη μέρα. Ούτε στα τρία μου χρόνια δεν έλεγα το «μαμά» τόσες φορές κάθε μέρα όταν έτρεχα μωρό πίσω από τα φουστάνια της, όσες αυτή τη δυσοίωνη λέξη που ακόμη δεν έχει κλείσει χρόνο ύπαρξης.

Ανήκω σε αυτούς που δεν έχουν σπάσει ακόμα από τη νέα καραντίνα. Αντέχω. Έχω λόγους… Την προηγούμενη φορά βέβαια την είχα ευχαριστηθεί μάλιστα για κάποιες ευκαιρίες που μου είχε δώσει να γνωρίσω λίγο καλύτερα εμένα (δεν έχω συναντηθεί με τον εαυτό μου πολλές φορές) αλλά και κάποιους που αγαπώ και ιδιαίτερα τον γιο μου, με τον οποίο την είχαμε περάσει όλη μαζί.

Τώρα όμως είναι αλλιώς. Όλα είναι αλλιώς. Όσο κι αν οι θάνατοι έχουν ανέβει σαν πύραυλος, η συγκινησιακή ατμόσφαιρα του προηγούμενου Μαρτίου δεν υπάρχει. Τώρα που οι ΜΕΘ έχουν τιγκάρει και χιλιάδες άνθρωποι είναι στα νοσοκομεία, που κάθε μέρα πεθαίνουν εκατοντάδες και οι άνθρωποι στις κλινικές είναι στη μία ρόδα για 24 ώρες, δεν βγαίνουμε κανένα βράδυ στα μπαλκόνια για να χειροκροτήσουμε. Συνηθίσαμε και τον θάνατο. Ακόμη και οι βόλτες που κάναμε τον Μάρτη σαν να ‘μαστε παράνομοι, έχουν χάσει τη μαγεία και τη χαρά της απόδρασης. Είναι που τη μία φορά ερχόταν η άνοιξη και το καλοκαίρι, ενώ τώρα κάθε μέρα βαραίνει όλο και πιο πολύ ο χειμώνας.

Αλλάξαμε συμπεριφορά απέναντι στον ιό και στην καραντίνα. Αλλάξαμε και εμείς απέναντι σε εμάς. Η μοναξιά των ανθρώπων έγινε βαρύτερη. Σχέσεις μέσα από λάπτοπ, Skype, Facetime, μάσκες, κινητά, αντισηπτικά έγιναν πια μια κανονικότητα. Τώρα που λέω μάσκες, έχω καταλάβει ότι πολλοί άνθρωποι έχουν μαγικές ικανότητες. Καταλαβαίνουν ποιος είσαι έστω κι αν με τη μάσκα καλύπτεις τη μύτη και φοράς μεγάλα γυαλιά από πάνω. Το CSI πρέπει να τους πάρει.

Το φλερτ από ό,τι με πληροφόρησαν απέκτησε και αριθμό. «Είσαι για ένα 4;». Έρχομαι ή έρχεσαι σπίτι μου δηλαδή. Αν δεν κάτσει ή αν είναι αρχή, απλώς αλλάζει το νούμερο ας πούμε. «Είσαι για ένα 6;».Εδώ που τα λέμε, έχει και αυτό το χιούμορ του και την πλάκα του for a change, για να μου βάλει χέρι και ο Μπαμπινιώτης. Δεν καρφώνεσαι και με δύσκολες λέξεις που καμιά φορά δημιουργούν και αμηχανία. Εντάξει, ένα 4 είπα. Δεν είπα και τίποτα βαρύ! Άμα κάτσει η μπίλια στο 4 όπως στη ρουλέτα, κερδίσαμε και οι δύο.

Αφού περί έρωτα και σχέσης μιλάμε, βλέπω ότι η καραντίνα έχει δημιουργήσει αυτή τη φορά νέες, άλλου τύπου σχέσεις. Το φαγητό, το ποτό, το μπαρ, το κλαμπ και κατ’ αποκλειστικότητα στη Θεσσαλονίκη και τα καφέ (όλη μέρα κάθονται εκεί, για ψάρεμα δεν πάνε…) είναι οι κατεξοχήν χώροι που χτίζονται τα ειδύλλια ή οι απλές ερωτικές ιστορίες της μιας βραδιάς. Ίσως να είναι και η βασική τους χρησιμότητα, πέρα από το να περνάνε εκεί τον χρόνο τους σκυλοβαρεμένα ζευγάρια, διάφοροι γκουρμέ τύποι, οι μπεκρήδες και για να βγάζουν κανένα μεροκάματο οι κριτικοί κουζίνας. Για μπουζούκια δεν μιλάμε. Εκεί πας μόνο για κληρώσεις νυχτερινών λαχείων. Αρκεί να έχεις καλό τραπέζι. Λαχεία γεμάτα τα μαγαζιά.

Βγαίνεις στην ουσία για να φλερτάρεις ή να το ζήσεις όμορφα ερωτευμένος, συνοδεύοντας αυτήν που γουστάρεις. Το κατάλαβα όταν το ‘πε η Μελίνα Μερκούρη. Όταν ρωτήθηκε κάποια στιγμή γιατί δεν βγαίνει πια, απάντησε αφοπλιστικά: «Δεν βγαίνω πια έξω από τότε που έπαψα να φλερτάρω». Αυτό έχει κοπεί με το μαχαίρι. Άρα όλα γίνονται σε κάποια πιο delivery κατάσταση, από ό,τι έχω καταλάβει. Γίνονται εφάπαξ επαφές (έγραψα κομψά την «ξεπέτα», για Μπαμπινιώτη με κόβω…) ή έστω και βραχύχρονες, που υπό άλλες συνθήκες δεν θα γίνονταν ποτέ. Άγνωστοι άνθρωποι συνευρίσκονται αυτόν τον καιρό. Και οι περισσότεροι άγνωστοι θα παραμείνουν. Αυτός είναι ο «έρωτας στα χρόνια της χολέρας».

Όλοι λένε ότι εδώ και κάποια χρόνια μέσω των social media εξέλειπε, όπως εξέλειπαν μετά τη γέφυρα και τα φέριμποτ στο Ρίο-Αντίρριο, το κανονικό φλερτ. Τώρα FB και Insta σε γλιτώνουν από πολλά έξοδα, λουλούδια, εξόδους, φαγητά και βενζίνες. Είναι σαν διπλό Lenor στο σούπερ μάρκετ, στην τιμή του ενός.

Με τον κορονοϊό, τα social media -που είναι και η μοναδική διέξοδος- έχουν μετατραπεί σε γενικευμένο site γνωριμιών. Καλά που είναι φτηνό το wifi και μιλάς, βγαίνεις σε βίντεο, καυλαντίζεις, γράφεις με τις ώρες, γιατί αν είχε την τιμή του ηλεκτρισμού, δεν θα ξεπληρώναμε τους Ευρωπαίους από το χρέος ούτε όταν θα έρθει η εποχή του Star Trek. Ούτε γάλα για τα μωρά δεν θα είχαμε.

Και είναι και οι Γιορτές, που να πάρει! Υπάρχει μια γλυκιά ατμόσφαιρα, ό,τι και να λεν διάφοροι γκαντέμηδες, ότι είναι εμπορικές γιορτές και σιγά την κατάθλιψη που φέρνουν τζάμπα. Ό,τι και να κάνεις, ήρθε η ώρα να ξαναδείς ταινίες εκατό φορές που έχεις δει και συνήθως έχεις δακρύσει κιόλας ή έχεις αισθανθεί και πάλι παιδί.

Love actually, The holiday, Home alome 1, Home alone 2, Polar express, Scrooge, Gremlins, The family stone, Serendipity, εννοείται για μας το Die Hard 1 και πάνω απ’ όλα το It’s a wonderful life, ένα αριστούργημα του Φρανκ Κάπρα με τον Τζέιμς Στιούαρτ. Αυτό το τελευταίο, βάλτε να το δει ο σκληρότερος φίλος σας και πηγαίνετέ του στοίχημα ότι θα δακρύσει, αν δεν κλάψει.

Και γίνεται όλα αυτά να τα δεις εντελώς μόνος και να μην ανέβεις στην Ακρόπολη και να πηδήξεις ή έστω να το σκεφτείς; Και για να μην τρέχεις νυχτιάτικα ως εκεί και φας πρόστιμο, έχεις και την ταράτσα σου να πηδήξεις.

Περνάς έξω από σπίτια και βλέπεις στολισμένα δέντρα. Και μέσα να είσαι, σου έρχονται στα μούτρα με το Instagram. Ό,τι και να πει ο Τσιόδρας, με κάποιον θα κάνεις Χριστούγεννα. Με κάποια οικογένεια-φίλο-γκόμενο/α ή όπως είπε και ο ίδιος ο Χαρδαλιάς, να διαλέξεις μια οικογένεια. Αν πρέπει να διαλέξω κάποια οικογένεια, εγώ θέλω να περάσω τα Χριστούγεννα με τα παιδιά μου και την Πρωτοχρονιά διαλέγω σαν οικογένεια τους Καρντάσιαν-Τζένερ. Απλό. Έχουν από όλα τα είδη γυναικών: κοντές, ψηλές, καστανές, ξανθιές, τσουπωτές, αδύνατες, είναι και πλούσιοι, θα φάμε καλά, θα βάλουμε τον Κάνιε μόνο του να τραγουδάει, παρτάρα θα γίνει!

Με έπιασε λίγο η βλακεία και τα γράφω αυτά αλλά χαίρομαι γιατί δεν με έχει πιάσει καμιά γκαντεμιά ακόμη με την κλεισούρα και τον ιό. Και ανήκω σε εκείνους που είναι μόνοι. Έχω περάσει Χριστούγεννα ολομόναχος. Πολλές φορές. Ζόρι μεγάλο είναι, δακρύζεις κάποια στιγμή, αλλά ίσως είναι και η καλυτερότερη ευκαιρία για να σκεφτείς ότι αυτό που λένε, ότι εσύ ο ίδιος είσαι ο καλύτερός σου και ο πιο αξιόλογος φίλος, είναι αλήθεια. Αν το δεις σωστά, είσαι. Αν όχι, εσύ είσαι ο εφιάλτης σου του εαυτού σου.

Λέω ότι μπορούμε να περάσουμε καλύτερα από ό,τι οι διάφοροι μοοιρολάτρες και γκαντέμηδες λένε. Άλλωστε, μέχρι πριν από λίγα χρόνια μόνο, οι οικογένειες έκαναν στο σπίτι Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά. Στα κλαμπ έκαναν οι σταρ του Χόλιγουντ στην ταινία που βλέπαμε στην τηλεόραση μετά το “Bravo Ρούλα”.

ΟΚ, πηγαίναμε οι μικρότεροι και στα κλαμπ μετά, αλλά και τώρα μπορείς μετά την οικογένεια, να μετατρέψεις με καλή διάθεση και το σπίτι σου σε κλαμπ για δύο πελάτες. Και μουσική και χορός ακόμη και στριπτίζ μπορείς να οργανώσεις. Για δύο, επαναλαμβάνω, πριν συλληφθώ ή παρεξηγηθώ.

Αυτή τη φορά (για να λέμε και κανένα καλό, παρότι τα κράζω συνέχεια) τα social media μπορεί να είναι και πιο χρήσιμα από ποτέ. Τους βλέπεις όλους και σε βλέπουν πολλοί. Είναι μια καλή ευκαιρία για κανένα ραντεβού στα τυφλά. Που δεν είναι και εντελώς στα τυφλά, τη βλέπεις την άλλη. Δεν θα είναι ακριβώς όπως τη βλέπεις γιατί θα έχει πλακώσει στα φίλτρα, αλλά καλό κορίτσι να είναι, που έλεγε και η γιαγιά σου.

Και πρέπει βέβαια να λειτουργείς με ηρεμία, στυλ και ευγένεια, που τα social media σπάνια έχουν δυστυχώς, χωρίς κωλοπιλάλα για κάλλιο 5 και στο χέρι (μπορεί και να… καρτέρει λίγο) και με ενσωματωμένη λίγη γοητεία από τον κινηματογράφο (οι μέρες του είναι, τόσες ταινίες θα δεις, κλέψε μια ατάκα, ρε!) μπορεί να σου βγουν και οι καλύτερες γιορτές, κάτι σαν χριστουγεννιάτικο θαύμα.

Αρκεί να σκέφτεσαι ότι το καλό μπορεί να έρθει, να είσαι ανοιχτός και αισιόδοξος, έστω και γιατί βλέπεις απλά αναμμένα τα λαμπάκια του δέντρου. Έρχεται, ξέρω τι σου λέω.

Αν τώρα κάνεις τον συναισθηματικό Scrooge καλά να πάθεις!

Όχι, αυτός ο γαμημένος ιός δεν θα μας πεθάνει και ψυχολογικά. Δεν τον αφήνεις. Αυτό είναι το θέμα που γράφω τόση ώρα με διάφορες παραλλαγές. Λίγη ή πολλή αγάπη, τώρα πιο πολύ από ποτέ και έρχεται η ώρα που θα πάρει τον πούλο.