Ανατριχιαστικές είναι οι περιγραφές του 32χρονου πιλότου στην κατάθεσή του για την τραγωδία που έζησε μέσα στο σπίτι του στα Γλυκά Νερά, όταν τρεις ληστές εισέβαλαν σε αυτό και σκότωσαν τη γυναίκα του.
Ο 32χρονος άνδρας καταθέτει στην Αστυνομία όλα όσα έζησε και θυμάται το εφιαλτικό βράδυ και σύμφωνα με το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Alpha, οι περιγραφές για την 20χρονη Καρολάιν έγιναν σε χρόνο ενεστώτα.
Οι δηλώσεις για τη γυναίκα του σε χρόνο ενεστώτα
«Είμαστε αγαπημένοι και μένουμε στη μεζονέτα. Η γυναίκα μου δεν εργάζεται και σπουδάζει στο πανεπιστήμιο», είπε στους αστυνομικούς λίγες μέρες μετά τον χαμό της», ανέφερε στην κατάθεση του στις Αρχές δείχνοντας πως ακόμη δεν έχει αποδεχθεί τον χαμό της γυναίκας του και μητέρας του παιδιού του.
Μιλώντας όμως, για τις εφιαλτικές στιγμές της εισβολής στο σπίτι τους αναφέρει: «Επειδή ένιωθα το όπλο και έβλεπα τον άλλο να στοχεύει τη γυναίκα μου με το revolver, δεν αντιστάθηκα καθόλου και έπεσα στο πάτωμα. Τους είπα πως τα χρήματα είναι στο σαλόνι. Αυτός με το πιστόλι ξεκίνησε να μου δένει το στόμα με ταινία. Με έπιασε στο στόμα και γύρω από το κεφάλι και τον λαιμό πολλές φορές σφιχτά και συνέχισε να με κρατάει στο πάτωμα, σπρώχνοντας με το χέρι του στην πλάτη».
Η περιγραφή των δραστών
Στην περιγραφή στους αστυνομικούς έδωσε όσα περισσότερα στοιχεία μπορούσε να θυμηθεί για τους τρεις δράστες. Σύμφωνα με την περιγραφή του πιλότου, είχαν ύψος από 1.80 έως 1.87, κανονική σωματική διάπλαση, ο ένας 30 με 35 ετών και ο άλλος 25 με 30.
«Οι δύο άνδρες ήταν πιο ψηλοί από εμένα, που είμαι 1.77. Φορούσαν σκούρα ρούχα, μακρυμάνικες μπλούζες και μαύρα γάντια στα χέρια τους. Στο κεφάλι τους φορούσαν full face κουκούλες και φαίνονταν μόνο τα μάτια τους. Ο ένας κρατούσε ένα μαύρο πιστόλι και ο άλλος ένα ασημένιο revolver, αυτό με τον μύλο. Τους δύο ψηλούς δεν μπορώ να τους αναγνωρίσω, είδα μόνο τα μάτια τους και θυμάμαι το βλέμμα τους. Αυτός με το revolver φαινόταν λιγότερο σίγουρος για τις κινήσεις του, δεν πήρε πρωτοβουλίες».
Οι προσπάθειές του να καλέσεις την αστυνομία
Ο ίδιος αναφέρει ότι έχασε τις αισθήσεις του και όταν συνήλθε είδε ότι ήταν δεμένος με σχοινί στο πόδι του κρεβατιού, ενώ περιγράφει και τις προσπάθειές του να καλέσει την Αστυνομία.
«Προσπάθησα να καλέσω το “100”, αλλά επειδή το έκανα με τη μύτη, πρέπει να πήρα και άλλα παρόμοια νούμερα. Τελικά κατάφερα να μιλήσω με την αστυνομία και φώναζα βοήθεια. Μου ζητούσαν να πω που είμαι, αλλά επειδή είχα την ταινία στο στόμα, δεν ξέρω αν με κατάλαβαν. Αφού έκλεισε η γραμμή, κάλεσα από την επανάκληση τη γειτόνισσα μας. Και σ’ αυτήν φώναζα όσο μπορούσα βοήθεια. Τελικά μετά από περίπου 15-20 λεπτά άκουσα θόρυβο από κάτω, οι αστυνομικοί κατάφεραν να μπουν στο σπίτι, δεν ξέρω με ποιον τρόπο».