Ο Χρήστος Μακαντάσης διεσώθη τα ξημερώματα του Σαββάτου στον Αλμυρό στον Βόλο, έπειτα από δέκα ώρες που έμεινε γαντζωμένος από ένα δέντρο.
Όλα ξεκίνησαν όταν η κακοκαιρία και τα ορμητικά νερά του χειμάρρου τον βρήκαν μαζί με κάτι συναδέρφους του μέσα στο αυτοκίνητο.
Ο ίδιος μιλώντας στο δελτίο ειδήσεων του Open εξομολογείται: «Αν το νερό συνέχιζε για ακόμα ένα μισάωρο, εγώ τουλάχιστον ήμουν τελειωμένος. Βρήκαμε ένα χείμαρρο που είχε δύο, τρία μέτρα νερό. Δεν μπορέσαμε να φύγουμε, να περάσουμε, να το προσπελάσουμε. Μας εγκλώβισε.
Κάποια παιδιά πρόλαβαν και αγκάλιασαν κάποιο πλάτανο. Εγώ ανέβηκα πάνω σε ένα κομμάτι παλιό, μπάζο, τσιμέντο και κρατιόμουν από τα κλαδιά του πλατάνου από τις 6:30 το απόγευμα μέχρι τις 10:30 που κατάφερε και έπεσε το νερό και πήγα στον πλάτανο και ένιωσα ότι είμαι σε κάποιο πεντάστερο ξενοδοχείο.
Δηλαδή, έφυγα μέσα από το νερό και έπιασα τον πλάτανο στη ρίζα του χαμηλά και ένιωσα όχι ασφάλεια, ένιωσα ευτυχία, ένιωσα ηρεμία.
Είχε 8-9 μποφόρ αέρα, σήκωνε κύμα, ήμασταν λούτσα στο νερό και τα παιδιά είχαν απελπιστεί. Προσπαθούσα εγώ μέσα από το νερό να τους δίνω θάρρος, να αντέξουμε αυτές τις δύσκολες στιγμές.
Όταν το νερό έφτασε στη μέση, έρχονταν από κάτω κούτσουρα… Μου έπαιρναν τα πόδια, δεν μπορούσα να σταθώ. Έχανα την ισορροπία μου.
Μέχρι τις δύο τα χαράματα μας λέγανε ότι σε δέκα λεπτά είναι δίπλα μας.
Έκλαψα, έκλαψα από το φορτίο, απ’ όλες αυτές τις στιγμές. Και το επόμενο πρωί πάλι έκλαψα.
Έχω θυμό γιατί από την αδράνειά τους και την αδυναμία τους να ανταπεξέλθουν σε αυτές τις συνθήκες, έπρεπε να μας πούνε πάρτε μέτρα αυτοπροστασίας».
Δείτε το βίντεο: