Ο Άρης Δαβαράκης βρέθηκε καλεσμένος στον καναπέ του «Στούντιο 4» και αναφέρθηκε στην εμπειρία που είχε στην φυλακή το 2005.
Ο επιτυχημένος στιχουργός έμεινε για έξι μήνες στις φυλακές όπου και στη συνέχεια αθωώθηκε πανηγυρικά.
«Είχα αποφασίσει ότι θα πεθάνω»
«Μπήκα το 2005 στη φυλακή. Δεν φανταζόμουν ότι σε καμία ηλικία ότι θα πήγαινα φυλακή. Ήταν τόσο αστείο και ταυτόχρονα τόσο δραματικό. Εκείνη την ώρα δεν έβλεπα τίποτα αστείο. Το να βλέπεις μια καταγγελία εις βάρος σου ότι είμαι μεγάλος έμπορος ναρκωτικών και επικίνδυνος.
Δύσκολη στιγμή που σε ψάχνουν, σε γδύνουν, σου φορτώνουν μια κουβέρτα και σου λένε να πας στο κελί μαζί με άλλους τρεις. Δεν έκλαψα αλλά είχα αποφασίσει ότι θα πεθάνω. Κάθισα στο στρωματάκι και είπα “δεν θα τρώω, δεν θα πίνω, δεν θα μιλάω” και κάποια στιγμή θα πεθάνω».
«Με βοήθησε ένας κρατούμενος λέγοντάς μου “Να σου πω φίλε, δεν καταφέρνεις τίποτα έτσι. Σε έφεραν να σε διαλύσουν, οπότε μη διαλυθείς”. Είχε τενεκεδάκι και ένα μικρό μάτι και μου έφτιαξε μακαρονάδα. Και όταν θα πηγαίνω στο συσσίτιο θα παίρνω φρούτα και σαλάτα, να περπατάω και να προσέξω τον εαυτό μου. Άλλαξε εντελώς η διάθεσή μου. Την επόμενη ημέρα έπαιζα μπιρίμπα.
Κράτησε έξι μήνες η κράτηση. Όταν πήγαμε στο δικαστήριο αθωωθήκαμε πανηγυρικά. Ό,τι ζούμε είναι χρήσιμο! Είδα ξεκάθαρα ότι οι άνθρωποι είναι άνθρωποι παντού. Στη φυλακή δεν έβλεπα κάτι διαφορετικό από αυτό που βλέπω σε μια πλατεία. Οι ισορροπίες είναι ίδιες».
«Όλα άλλαξαν μετά τη φυλακή»
«Δεν ντράπηκα και το εγώ μου παρέμεινε στη θέση του. Δεν με ένοιαζε τι θα πει ο κόσμος. Μόλις μπήκα βγήκε το πρώτο θέμα και μου είπαν να γράφω ένα γράμμα μέσα από τη φυλακή κάθε εβδομάδα. Έγραφα τα προβλήματα των άλλων, πώς θα βγουν. Ομολογώ ότι είχα μια συμπαράσταση από έναν πολιτικό, τον Νικήτα Κακλαμάνη, και πήρε τηλέφωνο στον διοικητή. Ήταν μια διαφορετική μεταχείριση από τους άλλους.
Είχα αγγέλους στο νοσοκομείο. Είχα την Χριστίνα Αλεξίου και τον Ηλιάδη για να μιλήσουμε και καθόντουσαν. Και ερχόταν και η Φρόσω Ράλλη, έπαιρνε τα βρώμικα, τα πήγαινε σπίτι και έφερνε τα καθαρά. Είχα και τηλεφωνικά όλους τους φίλους. Δεν είχα παράπονο».
«Πολύ συγκινητικό. Έξω στην ελευθερία. Το κελί είχε ένα μικρό παράθυρο και σκαρφάλωνα και κοιτούσα και φανταζόμουν ότι ήταν η πλατεία Κορυδαλλού. Εκτίμησα πράγματα που δεν είχα εκτιμήσει. Τους ανθρώπους που τους έβαζα σε κατηγορίες για παράδειγμα.
Όλα άλλαξαν μετά τη φυλακή και κυρίως για το πώς έβλεπα τον κόσμο, την κοινωνία, την δικαιοσύνη, την πολιτική. Κατάλαβα πόσο δύσκολο είναι να τα διαχειριστεί κάποιος που βρίσκεται στην εξουσία. Όταν το καταλάβεις αρχίζεις και προσπαθείς αλλιώς, με λιγότερη ησυχία.
Το πρώτο βράδυ ήπια τρία μπουκάλια κρασί».