Στο περιοδικό ΟΚ! και τον Γιώργο Πράσινο παραχώρησαν συνέντευξη η Αμάντα Μανωλάκου με τον σύζυγό της, Νίκο Μπιούρ και αποκαλύπτουν μεταξύ άλλων την πρώτη τους συνάντηση.
Όσοι διασκεδάζουν τα βράδια σε μεγάλα κλαμπ σε γνωρίζουν, Νίκο. Είσαι ένας από τους θρύλους της αθηναϊκής νύχτας από τα τέλη του ’80. Από πού ξεκίνησες;
Νίκος: Γεννήθηκα στο Ισραήλ από μπαμπά Δανό και μαμά Ελληνίδα. Ο πατέρας μου ήταν γενικός διοικητικός διευθυντής Ηνωμένων Εθνών και η μητέρα μου ακολούθησε τον μπαμπά της που δούλευε τότε οδηγός και σωματοφύλακας του Έλληνα πρέσβη στο Ισραήλ. Εκεί βρέθηκαν, παντρεύτηκαν και έκαναν εμένα και την αδελφή μου. Όταν πέθανε ο πατέρας μου, ήμουν 6 χρόνων. Τα μαζέψαμε, φύγαμε και γυρίσαμε στην Ελλάδα. Μεγάλωσα στο Παλαιό Φάληρο, εκεί πήγα σχολείο και ξεκίνησα να δουλεύω. Τα καλοκαίρια, από 8 χρόνων, δούλευα στο μανάβικο του Γκαρώνη. Και τώρα ένας συνεργάτης μου λέγεται Σταμάτης Γκαρώνης, μακρινός συγγενής του. Τι μικρός που είναι ο κόσμος! Τελειώνοντας το σχολείο μετακομίσαμε στη Γλυφάδα και έπιασα δουλειά στο Queen Burger, όπου έκανα τα πάντα. Εκεί ερχόταν και έτρωγε ο Βασίλης Τσιλιχρήστος, γνωριστήκαμε και λίγο αργότερα, το 1987, ξεκίνησα στο μικρό Mercedes, στον όροφο ενός εμπορικού κέντρου στη Γλυφάδα, που μόλις είχε ανοίξει ο Βασίλης. Από εκεί ξεκίνησαν όλα.
Εσένα, Αμάντα, το τηλεοπτικό κοινό σε γνώρισε μέσα από τη διπλή συμμετοχή σου στο My Style Rocks. Αυτά που περιγράφει ο Νίκος δεν πρέπει να τα πρόλαβες, ήσουν πολύ μικρή τότε.
Αμάντα: Ούτε καν. Στις 30 Ιουλίου θα γίνω 38. Όταν ξεκίνησα να βγαίνω ως φοιτήτρια, πρόλαβα το Villa Mercedes του Τσιλιχρήστου στα τελειώματά του. Άργησα πολύ να βγαίνω τα βράδια. Μέχρι τα 20 μου έβγαινα με τον παιδικό μου φίλο, τον Γιώργο, και στις 12.00 το βράδυ ήμουν σπίτι.
Θυμάστε την πρώτη σας συνάντηση;
Νίκος: Ε, βέβαια. Τότε είχα ήδη το Destijl στη Μύκονο και κάναμε το Cantina στο Καλό Λιβάδι. Εκεί είδα την Αμάντα για πρώτη φορά.
Αμάντα: Ήξερα τον Νίκο από τα κοσμικά. Ενώ μου άρεσε πολύ όταν τον έβλεπα στις φωτογραφίες στα περιοδικά, όταν τον γνώρισα από κοντά μου ήταν αδιάφορος. Όταν πήγα να δουλέψω στο μαγαζί τους, μια από τις πρώτες μέρες, ο Ρούσσος ήταν άρρωστος και έτσι ήρθε ο Μπιουρ να μας κλείσει τα ταμεία.
Νίκος: Εγώ δεν καθόμουν μέχρι αργά, έφευγα νωρίτερα.
Αμάντα: Ε, εκείνο το βράδυ έπαθα πλάκα με το που τον είδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι με το που τον έβλεπαν, όλοι κάθονταν σούζα. Τον φωνάζαμε «Κάσπερ», γιατί εκεί που τον έβλεπες, εκεί εξαφανιζόταν ο Μπιουρ. (Γελάει.) Επίσης, όλοι του μιλούσαν στον πληθυντικό. Ε, εγώ δεν του μιλούσα στον πληθυντικό. Από εκεί ξεκίνησαν όλα.
Αμάντα: Μου έλεγαν όλοι πως «ο Μπιουρ δεν πλησιάζεται», «είναι με αυτές και ο κύκλος του είναι αυτός». Εγώ συνέχιζα να του μιλάω στον ενικό και σιγά σιγά άρχισε να κάθεται κοντά μου. Όταν άρχισε να λέει «καληνύχτα» πριν φύγει, τότε κατάλαβα ότι πηγαίναμε καλά. Το πρώτο μας φιλί ήταν την τελευταία φορά που ήρθε και μου είπε «καληνύχτα».
Νίκος: Ήμασταν λίγο καιρό μαζί, χωρίζαμε και τα ξαναβρίσκαμε, οπότε μια μέρα τής είπα: «Όταν σταματήσεις τη νύχτα, θα παντρευτούμε». Ήθελα να κάνουμε οικογένεια.
Είστε από τα ζευγάρια που έχετε διαφορά ηλικίας.
Αμάντα: Ναι, έχουμε 19 χρόνια διαφορά. Πριν πεθάνει ο πατέρας μου και καθώς η σχέση μου με τον Νίκο πήγαινε καλά, του μίλησα. Μέχρι τότε δεν είχα πει τίποτα στους γονείς μου. Να φανταστείς ότι ο Νίκος γνώρισε τη μητέρα μου στην κηδεία.
Νίκος: Δυστυχώς δεν πρόλαβα να γνωρίσω τον πατέρα της. Αμάντα: Όταν μίλησα στον πατέρα μου για την ηλικία του Νίκου, μου είπε: «Ε, και; Έναν άντρα χορτασμένο να βρεις, που να σε σέβεται, να σε αγαπά και να μην είναι τεμπέλης».