Ποιος θα το φανταζόταν ότι το Severance, η σειρά που ασκεί δριμεια κριτική στον καπιταλισμό, θα είναι σήμερα το grand success της Apple TV… Το λες και οξύμωρο.

Και όμως σ΄αυτή τη ζωή, όλα μπορούν να συμβούν. Το ευρηματικο πλοτ της ιστορίας σε συστήνει σε έναν εκ πρώτης όψεως ουτοπικό κόσμο – γιατί ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός που λέγανε και οι παππούδες μας – κερδίζοντας απευθείας τις καρδιές των series – maniacs.

Κλείσε λοιπόν τα μάτια σου και φαντάσου το εξής παράδοξο:

Ζεις σε έναν κόσμο που μπορείς να χωρίσεις τη συνείδηση σου στα δυο και να… ξεχάσεις τι πάει να πει δουλειά. Ή τουλάχιστον το δεύτερο μισό σου.

Γιατί το άλλο πηγαινει κανονικότατα στη δουλειά απλά…ολόκληρη η ζωή του ξεκινά και τελειώνει στο 9-5.

Η υπόθεση της σειράς

Οι ήρωές μας, οι υπάλληλοι της Lumon, ενός τεχνολογικού κολοσσού, έχουν υποβληθεί σε μία διαδικασία, τον λεγόμενο Διαχωρισμό και αναπτύσσουν δύο ταυτότητες που δεν γνωρίζουν τίποτα η μία για την άλλη. Ο Innie είναι αυτός που ζει και λειτουργεί αποτελεσματικά μέσα στο γραφείο, ενώ ο Outie ζει έξω.

Ευτυχισμένος, με όλο τον χρόνο δικό του και καμία σκοτούρα για δουλειά, θα νόμιζε κανείς – και θα ήταν βαθιά νυχτωμένος. Γιατί, ναι μεν ο Outie έχει αφήσει πίσω τις έγνοιες και τα άγχη στο εργασιακό περιβάλλον, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αφήνει πίσω και τις ζοχάδες της πραγματικής του ζωής.

Καθώς η αφήγηση ξεμακραινει έρχεσαι αντιμέτωπος με αρκετές «σφαλιάρες» που σε κάνουν να συλλογιστείς ξανά και ξανά, και αυτό είναι το στοιχείο που απογειώνει το story της σειράς.

Μυθοπλασία ή πραγματικότητα;

Γιατί αν το αναλύσουμε, ποιος δεν έχει ευχηθεί να μπορούσε να πατήσει ένα κουμπί και ΜΠΑΜ – fast forward, οι δείκτες του ρολογιού έχουν δείξει την ώρα που επιτέλους παίρνεις το μπογαλάκι σου και φεύγεις από τη δουλειά.

Ακριβώς αυτή τη συνθήκη αγγίζει το Severance – και για όσους το είδαν και έχουν διαβάσει και ένα βιβλιαράκι – είναι αναπόφευκτος ο προβληματισμός και ο συσχετισμός με τον… Μαρξ.

Όλη η υπόθεση αφορά τη διαδικασία Διαχωρισμού, μέσω της οποίας, δημιουργούνται δύο ταυτότητες και άρα δύο πρόσωπα. Μοιράζονται σώμα και εγκέφαλο, αλλά η ζωή και η συνείδησή τους είναι πολύ διαφορετικές και δεν είναι ίδιοι, ούτε ίσοι ως άνθρωποι. Ο κομμένος εαυτός, o Innie, δεν επέλεξε να είναι εκεί. Επίσης δεν μπορούν να επιλέξουν να φύγουν. Αναγκάζονται δηλαδή να δουλέψουν.

Όλοι κάνουμε καταναγκαστική εργασία, σύμφωνα με τον Μαρξ. Στον καπιταλισμό, δεν μπορείς να επιλέξεις να μην εργαστείς, γιατί έτσι δεν θα επιβιώσεις. Ούτε μπορείς να επιλέξεις τι θα παράξεις και πώς. Ακολουθείς το σύστημα, επιλέγεις ένα επάγγελμα, αλλά το πώς θα το εκτελέσεις το αποφασίζει το big boss. Είσαι αποξενωμένος από τη δουλειά σου. Κατά τον Μαρξ, «ο εργάτης αισθάνεται τον εαυτό του μόνο όταν δεν εργάζεται· όταν εργάζεται δεν αισθάνεται τον εαυτό του» και αυτό ακριβώς πραγματεύεται η σειρά μας. Μία κριτική στον καπιταλισμό, χωρίς να ακούσεις τη λέξη ούτε μια φορά στα επεισόδια των δύο κύκλων.

«Είναι ένα έργο που εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο αυτό το καπιταλιστικό σύστημα αποθαρρύνει την πληρότητα της ανθρωπότητας και το πώς ενθαρρύνει τους ανθρώπους να μειώσουν λίγο τον εαυτό τους και τους κινδύνους που κρύβει αυτό» αναφέρει ο Dan Erickson, που υπογράφει το σενάριο, σε δηλώσεις του.

Κάποιοι χαρακτήρισαν το Severance ένα ακόμη δυστοπικό Sci – Fi. Δυστοπικό ναι. Επιστημονική φαντασία όχι. Κι αυτό γιατί οι καταστάσεις και οι εικόνες που αναπαριστά η σειρά μοιάζουν πολύ γνώριμες. Δυσάρεστα γνώριμες, για να ακριβολογούμε.

Δεν μπορεί να μην το έχεις νιώσει. Λίγο πριν ξυπνήσεις και μπεις στο λεωφορείο ή το Toyota για να πας στη δουλειά. Τη στιγμή που πατάς το πόδι σου στο γραφείο, εργοτάξιο, κατάστημα. Οι μύες του προσώπου σου σφίγγονται, αλλάζεις, το βλέμμα σου χάνει τη σπιρτάδα του, για να την ξαναβρεί μετά το 8ωρο, αντικρίζοντας το σκύλο, τη γάτα, τους φίλους σου, πηγαίνοντας στο γυμναστήριο, στο κολυμβητήριο, στη ζωγραφική. Βλέποντας μία σειρά στο Netflix. Κάνοντας απλά αυτό που αγαπάς.

Ο Ben Stiller – ναι, ο λατρεμένος Zoolander – κάνει εδώ παπάδες, καθώς σκηνοθετεί τα περισσότερα επεισόδια της σειράς. Κατορθώνει να αποτυπώσει μέσα στο αποστειρωμένο σκηνικό των ολόλευκων τοίχων και του τεχνητού φωτός την αποπνικτική ατμόσφαιρα στο εργασιακό περιβάλλον με τρόπο που «πνίγει» και τον θεατή.

Για το σενάριο του Dan Erickson, τι να πει κανείς; Έξυπνο, δεμένο και τίγκα στην αλληγορία με τις εργασιακές συνθήκες, όπως αυτές διαμορφώνονται στο σήμερα.

Η σειρά κυλάει γρήγορα, δεν αναλωνόμαστε too much σε προσωπικά δράματα, ο χρόνος μοιράζεται σχεδόν ίσα σε όλους τους χαρακτήρες, αν και η κεντρική φιγούρα μας είναι ο Mark. Ο Adam Scott, παίζει εδώ σε δύο ταμπλό, δύο διαφορετικές ερμηνείες, μία για τον Ιnnie Mark, μία για τον Outie, και είναι εξαιρετικός σε αυτό που κάνει. Το ίδιο και το υπόλοιπο καστ, χωρίς ατονίες και «πλαδαρές» συμμετοχές να «σκιάζουν» τον καμβά.

Κι αφού είναι τόσο καλό… γιατί να ΜΗΝ το δω;

Για να εξηγήσουμε τώρα και τον τίτλο μας, για να μην νομίζεις ότι ήπιαμε λίγο παραπάνω τσιπουράκι Πασχαλιάτικα, ο λόγος για να ΜΗΝ δεις τη σειρά είναι πολύ απλός.

Αν δεν θες να «ξύσεις» άβολες αλήθειες πίσω από το σύστημα που έχουμε αναγκαστεί να ζούμε, τότε δεν είναι η σειρά σου.

Και δεν το λέω ελαφρώς. Δεν είναι λίγες οι φορές που έπιασα τον εαυτό μου να πέφτει σε περισσυλογή αμέσως μετά τους τίτλους τέλους των επεισοδίων, αναρρωτώμενη τι πραγματικά έχει αξία σ΄αυτή τη ζωή, που διαρκώς μας υπενθυμίζεται ότι «μια ζωή την έχουμε» κι όμως, δεν τη ζούμε.

Φαιά ουσία, αποθέματα ψυχικής και σωματικής υγείας, όλα ξοδεμένα σε ένα ατελείωτο κυνήγι χρήματος για την επιβίωσή σου. Μόνο που, μεταξύ μας, ξέρεις και ξέρω ότι η ουσία δεν θα έπρεπε να είναι είναι αποκλειστικά η επιβίωση… αλλά η ίδια ζωή.

Υπάρχει εναλλακτικό σενάριο; Δεν μπορώ να συλλάβω ότι εν έτει 2025, ο Άνθρωπος δεν θα μπορούσε να στραφεί σε ένα ΠΙΟ ανθρωποκεντρικό σύστημα, εκεί όπου στόχος δεν θα ήταν τα λεφτά, αλλά… αντικρουόμενα συμφέροντα, αφού. Οι άξονες σε αυτή την ουτοπία δεν θα περιστρέφονταν αποκλειστικά γύρω από την τσέπη και δεν θα μας χαρακτήριζε το επάγγελμά μας. Το επάγγελμα θα ήταν το μέσο προς το νόημα. Και το νόημα θα ήταν να ζεις, να χαίρεσαι, να δημιουργείς, να έχεις χρόνο για το παιδί σου, τον άνδρα σου, τη γυναίκα του, τον σκύλο σου.

Να έχεις ψυχικά αποθέματα για το ρημάδι το χόμπι σου, που όλο και ξεκινάς και όλο παρατάς. Να «φύγεις», όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου ευτυχής και πλήρης, καθησυχασμένος μπροστά στον θάνατο, ότι δεν «πέταξες» τον χρόνο σου για ένα μάτσο 100άρικα, που στο τέλος – τέλος, δεν σε έκαναν και ευτυχισμένο.

Γι΄αυτό σου λέω…

Αν δεν είσαι έτοιμος, να «ξύσεις» την πληγή, άσε για την ώρα το Severance. Αν πάλι είσαι, βάλ΄το και ίσως και να αναθεωρήσεις πάνω σε τι ξοδεύεις τα χρόνια που έχεις μπροστά σου…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Mickey 17: Το must-see δυστοπικό (και ανησυχητικά γνώριμο) Sci-Fi που τα βάζει με το σύστημα