«Ο πιο επιθυμητός Έλληνας»
Δεν Κρίνω...

«Ο πιο επιθυμητός Έλληνας»

«Ο πιο επιθυμητός Έλληνας»

Ο Γιώργος Λιάγκας εξηγεί γιατί ο Σωτήρης Τσιόδρας κατάφερε αυτό που δεν κατάφερε μέχρι σήμερα κανένας εγχώριος star

Πολλές φορές, κυρία μου, όλοι μας προσπαθούμε να δώσουμε τον ορισμό του star. Του ανθρώπου δηλαδή και κυρίως του καλλιτέχνη, που πέρα και πάνω από το ταλέντο, τη φωνή, την ομορφιά, τη γοητεία και δεν ξέρω εγώ τι άλλο διαθέτει, έχει κάτι που τον καθιστά στα μάτια μας ξεχωριστό.

Αυτή την αστερόσκονη, βρε παιδάκι μου. Αυτό το κάτι που ακόμα και αν δεν είσαι ο καλύτερος σε κάτι, σε κάνει στα μάτια της μάζας να φαίνεσαι σχεδόν ο Θεός επί γης. Και κυρίως γιατί ο star προσφέρει μόνο χαρά και ποτέ δεν σε στεναχωρεί.

Σε διασκεδάζει με την τέχνη του, σε ταξιδεύει, σε κάνει να ονειρεύεσαι και να τον ονειρεύεσαι ενίοτε, αφού κύριο χαρακτηριστικό των star ανά τον κόσμο είναι ότι κάνουν τα πλήθη να παραληρούν και να τους ποθούν ερωτικά σαν κολασμένοι.

Το ‘παμε και το εννοούμε. Ο star δεν είναι κατ’ ανάγκην ο καλύτερος στο είδος του. Πάρε για παράδειγμα τη Madonna. Τη μεγαλύτερη star που βγήκε ποτέ στην παγκόσμια ποπ μουσική σκηνή. Ούτε την καλύτερη φωνή διαθέτει απ’ όλες τις άλλες, ούτε η ομορφότερη γυναίκα στον κόσμο είναι. Κάτι όμως έχει. Κάτι που την καθιστά μοναδική και ανεπανάληπτη. Θες να την βλέπεις, να την ακούς, σ’ ενδιαφέρει η ζωή της, θες να μάθεις κάθε λεπτομέρεια γι’ αυτήν και μη μου πείτε πως δεν αποτέλεσε και ερωτική φαντασίωση για τον παγκόσμιο ανδρικό πληθυσμό!

Αυτός είναι περίπου ο ορισμός του star, κυρία μου. Τον star θέλεις να τον βλέπεις σε άμβωνα. Πιο ψηλά από σένα. Έχεις ανάγκη να τον θαυμάζεις. Να του ζητάς αυτόγραφα και έτσι και τύχει να τον γνωρίσεις από κοντά, είναι αυτό το πιάσιμο στα γόνατα, ο κόμπος στο στομάχι, σαν να ‘χεις γνωρίσει μόλις τον μεγαλύτερο έρωτα της ζωής σου. Αφού το είπαμε. Η σχέση star και fan είναι μια σχέση καθαρά ερωτική.

Τον θες και για φίλο σου σίγουρα. Θα ‘θελες να σε παίρνει και 10 τηλέφωνα την ημέρα, ποτέ όμως δε θα αισθανόσουν την οικειότητα που έχεις με τους άλλους σου φίλους, γιατί ο θαυμασμός και το δέος που αισθάνεσαι γι’ αυτόν δε θα σ’ άφηναν ποτέ.

Δεν έχουμε star στην Ελλάδα, σου λέει ο άλλος. Σας παρακαλώ. Ας μην είμαστε αφοριστικοί. Και βέβαια για τα δικά μας μέτρα έχουμε. Δηλαδή δεν είναι star o φίλος μου ο Ρέμος ή ο Σάκης; Ή δεν υπήρξε τεράστιος star και μάλιστα μέσα σε λίγους μήνες ο αδικοχαμένος Παντελής;

Ακόμα και για τη νέα γενιά, που τα πάντα είναι γρήγορα, αναλώσιμα και συνήθως βραχείας καύσεως, υπάρχουν stars όπως είναι ο Snik ας πούμε, με εκατομμύρια διαδικτυακά “χτυπήματα’ προς αναζήτησιν της τέχνης τους.

Ως πατέρας και ‘γω, έχω βρεθεί πάμπολλες φορές μπροστά σε συζητήσεις με άλλους γονείς και τα παιδιά τους για το επαγγελματικό τους μέλλον. Όλοι λένε στα παιδιά τους πως πρέπει να σπουδάσουν, αλλά βέβαια κομπορρημονούν και στο ενδεχόμενο να εξελίξουν το ταλέντο που έχουν στο μπάσκετ και να γίνουν ο νέος Αντετοκούνμπο, στο τένις και να γίνουν ο νέος Τσιτσιπάς, στο τραγούδι και να γίνουν η νέα Βίσση ή Βανδή.

Προφανώς και δε θα κακόπεφτε σε κάποιον το παιδί του να γίνει star να ‘κονομάει και να τον γουστάρει και όλος ο κόσμος.

Και πάμε τώρα στον αντίποδα. 55άρης με μια μάλλον συνηθισμένη εμφάνιση, γκριζομάλλης, να φανταστώ δεν σκέφτηκε ποτέ να βάψει τα μαλλιά του ούτε να κάνει ένα πιο μοντέρνο χτένισμα, όπως οι περισσότεροι stars. Στρογγυλά γυαλάκια, με ένα χόμπυ μάλλον απρόσμενο και σίγουρα όχι τρεντυ, ψέλνει, λέει, τις Κυριακές στην ενορία του στην Κηφισιά. Χωρίς ένταση στη φωνή του και με μια ηρεμία σπάνια για άνθρωπο, έχει καταφέρει κάτι που δεν το χει καταφέρει κανένας άλλος star στη χώρα μας.

Να μας καθηλώνει και να μας κάνει να κρεμόμαστε από τα χείλη του κάθε απόγευμα στην ενημέρωση που δίνει.

Και ακόμα κάτι πιο σημαντικό. Στη χώρα της αμφισβήτησης, στη χώρα που συνήθως όλους όσοι βγαίνουν στην τηλεόραση να μιλήσουν τους αμφισβητούμε πριν καν ακούσουμε τι έχουν να να πουν, αυτός χαίρει καθολικής αποδοχής και ο λόγος του γίνεται αποδεκτός από όλους.

Είναι ο άνθρωπος που σεβόμαστε σε αυτή τη φάση περισσότερο από τον καθένα. Είναι ο άνθρωπος που όλοι θα θέλαμε να τον πάρουμε ένα τηλέφωνο να μας λύσει τις προσωπικές μας απορίες. Ο άνθρωπος που εμπιστευόμαστε όσο κανέναν. Ο άνθρωπος που μας συγκίνησε όσο κανείς άλλος όταν έβγαλε το λυγμό και έσπασε τη φωνή του, την ώρα που αναφερόταν στα θύματα από τον κορονοϊό σαν να ήταν όλοι τους γνωστοί του.

Πολλοί μίλησαν για τον φύλακα άγγελο, για τον άνθρωπο που μας έστειλε ο Θεός να μας προστατεύσει αυτή τη δύσκολη ώρα. Προφανώς και όλα αυτά δεν ισχύουν και είναι υπερβολές.

Είναι όμως αυτό το έρμο το timing που λέμε. Αυτό το “ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση την κατάλληλη στιγμή”.

Ο Σωτήρης Τσιόδρας ένας εξαιρετικός επιστήμονας με διεθνείς περγαμηνές και αναγνώριση-τον μνημονεύουν ακόμα και μεγάλες εφημερίδες του εξωτερικού όπως η Le Figaro- έγινε το σημείο αναφοράς μιας ολόκληρης χώρας.

O άνθρωπος που μόλις τελειώσει -και εύχομαι σύντομα και με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες όλο αυτό- θα είναι ο πιο επιθυμητός Έλληνας. Για συνεντεύξεις, για αφιερώματα, για θέσεις, για θώκους και δεν ξέρω εγώ τι άλλο μπορεί να σκεφθεί του ανθρώπου ο νους.

Διάβασα κάπου και είναι η αλήθεια, ότι μετά από αυτήν την πανδημία τίποτα δεν θα ‘ναι το ίδιο. Ακόμα και οι αξίες και οι χαρακτηρισμοί.

Γιατί, κυρία μου, ποιος θα τολμήσει να αρνηθεί ότι ο μειλίχιος καθηγητής πανεπιστημίου, που γεννήθηκε στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας, αποφοίτησε με βαθμό 19 7/13 από το 15ο Λύκειο Αθηνών, σπούδασε Ιατρική στα Ιωάννινα και στην Αθήνα, πέρασε και από την Ιατρική σχολή του Χάρβαρντ για 4 χρόνια, και χαίρει καθολικής αναγνώρισης, δεν είναι ο μεγαλύτερος star αυτή τη στιγμή στη χώρα μας;

Μήπως αμφιβάλλει κάνεις;