Γιώργος Παπαδόπουλος: Ο επιζών του ναυαγίου «Εξπρές Σάμινα» ανατριχιάζει με τα λεγόμενά του – «Μόλις έφτασα Πάρο, πήγα σε ένα εκκλησάκι, στραβοπάτησα και έπεσα πάνω σε πτώματα»
Νέα

Γιώργος Παπαδόπουλος: Ο επιζών του ναυαγίου «Εξπρές Σάμινα» ανατριχιάζει με τα λεγόμενά του – «Μόλις έφτασα Πάρο, πήγα σε ένα εκκλησάκι, στραβοπάτησα και έπεσα πάνω σε πτώματα»

Γιώργος Παπαδόπουλος: Ο επιζών του ναυαγίου «Εξπρές Σάμινα» ανατριχιάζει με τα λεγόμενά του – «Μόλις έφτασα Πάρο, πήγα σε ένα εκκλησάκι, στραβοπάτησα και έπεσα πάνω σε πτώματα»

Ήταν 26 Σεπτεμβρίου του 2000 όταν το «Εξπρές Σάμινα» βούλιαξε στα ανοιχτά της Πάρου με αποτέλεσμα αρκετοί άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους.

Ο Γιώργος Παπαδόπουλος, που είναι ένας από τους επιζώντες, μίλησε στο Mega Stories και οι περιγραφές του ανατριχιάζουν.

«Κάποια στιγμή γύρω στις 22:20 το βράδυ ενώ ήμουν στο κατάστρωμα νιώσαμε την πρόσκρουση του πλοίου και ταυτόχρονα αυτοί που ήμασταν στο κατάστρωμα, σπινθήρες, Επικράτησε πανικός, ο κόσμος φώναζε γιατί αρκετοί ήταν στις καμπίνες. Είχε 7-8 μποφόρ και αμέσως το πλοίο έπαιρνε κλίση στα δεξιά. Έγιναν δύο blackout. Δεν βλέπαμε τίποτα και πετάξαμε τις φωτοβολίδες. Μάθαμε ότι δεν πήγαν ψηλά για να δώσουν στίγμα και ή ήταν ληγμένες ή είχαν πάρει υγρασία. Το πέταγμα των φωτοβολίδων συνέπεσε με το γκολ του ΠΑΟ. Οι Παριανοί νόμιζαν ότι ο καπετάνιος ήταν Παναθηναϊκός και δεν έδωσαν σημαία.

Αρκετοί βρέθηκαν στα κάγκελα του πλοίου, πνιγμένοι. Ήσουν σίγουρος ότι θα βουλιάξουμε. Εκείνη την ώρα πέρασε όλη η ζωή μου πολύ γρήγορα και ταυτόχρονα κράτησα την ψυχραιμία μου. Και έπρεπε να σκεφτώ τι να κάνω για να σωθούμε. Βρήκα ένα δόκιμο πλοίαρχο και πήραμε σωσίβια, τα φορέσαμε στον κόσμο, ήταν παλιού τύπου. Έπρεπε να στο φορέσει κάποιος άλλος. Πολλοί που τα πήραν και δεν έκατσαν να τους τα δέσουμε, από τον πανικό τους πήδηξαν. Βρήκαμε μια ανεμόσκαλα, την πετάξαμε, κάποια βαρελάκια. Πήγα να κατεβάσω μια βάρκα και μόλις τελείωσε η κατάσταση στρες, με την κλίση που είχε πάρει το πλοίο, ακούμπησε πάνω του. Σερνόταν στο σκαρί του πλοίου και όταν ακούμπησε θάλασσα, τα κύματα τη χτυπούσαν τη βάρκα πάνω στο πλοίο.

Προκειμένου να μην την συνθλίψει το πλοίο πήρα ένα κουπί και κάναμε κόντρα με το σκαρί του πλοίου. Φώναζα σε αυτόν που ήταν στην πλώρη να λύσουν γρήγορα στο σκοινί γιατί μετά θα ήταν ακόμη πιο μακάβριος ο θάνατός μας. Το σκοινί το είχαν βάψει επιπόλαια και δεν μπορούσε να το λύσει. Έκοψε το σκοινί και απομακρυνθήκαμε γρήγορα γύρω στα 100 μέτρα και μετά το πλοίο βυθίστηκε.

Αυτό που ξέρω με ακρίβεια είναι ότι το πλοίο χρειάστηκε περίπου 30 λεπτά να βυθιστεί. Είναι ένας πολύ γρήγορος χρόνος να βυθιστεί ένα τόσο μεγάλο πλοίο. Ακούγαμε κραυγές, φωνές. Προσπαθούσαμε με κάθε τρόπο να σώσουμε γύρω μας.

Το πρώτο πράγμα που έκανα όταν έφτασα στην Πάρο πήγα με βιασύνη σε ένα εκκλησάκι να προσευχηθώ. Μόλις μπήκα μέσα, στραβοπάτησα και ήταν πτώματα. Τα είχαν βάλει μέσα στο εκκλησάκι».