Στο Βήμαgazino παραχώρησε συνέντευξη η Εύα Νάθενα και αναφέρθηκε στη γνωριμία της με τον Διονύση Φωτόπουλο αλλά και πώς αποφάσισε να ασχοληθεί με τον χώρο της σκηνογραφίας και της ενδυματολογίας.

Όσοι σάς γνωρίζουν από τα χρόνια της Καλών Τεχνών λένε ότι θα γινόσασταν μια σημαντική ζωγράφος. Τι σας οδήγησε τελικά στον χώρο της σκηνογραφίας και της ενδυματολογίας;

Εγώ δεν τη διέκρινα αυτή τη μετάβαση. Πάντα αισθάνομαι ζωγράφος. Έτσι πρωτοδιάβασα τον κόσμο και εκεί είμαι ακόμη. Και σαν σκηνογράφος και σαν ενδυματολόγος, ως ζωγράφος λειτουργώ.

Τι σας έκανε τελικά να στρέψετε την πορεία σας στον κινηματογραφικό φακό;

Μαθήτρια στη σχολή ακόμη, δούλεψα σε δύο ταινίες μικρού μήκους. Ηταν έρωτας με την πρώτη ματιά το σινεμά. Στη συνέχεια δούλεψα 10 χρόνια στο θέατρο, με πλήρη αφοσίωση. Μαθητεία μεγάλη. Μετά ήρθε η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Παναγιώτη Πορτοκαλάκη και οι «Νύφες» του Παντελή Βούλγαρη. Δούλεψα για πέντε χρόνια αποκλειστικά στο σινεμά, ώσπου συνδέθηκα με τον άντρα μου και τη συνέχεια την ανέφερα παραπάνω. Στη ζωή μου κατόρθωσα μια περιουσία εμπειριών από το θέατρο, όμως δεν μπορούσα να ξεχάσω την πρώτη φορά που έβαλα το μάτι στο viseur! Μαγεία. Ηταν σαν αναπόφευκτο να ξαναγυρίσω εκεί.

Εύα Νάθενα: «Άργησα πολύ να θελήσω να κάνω παιδιά, δεν καταλάβαινα γιατί αλλά…»

Ποιους θεωρείτε τους μεγάλους δασκάλους σας;

Ο δάσκαλος του δασκάλου μου ήταν ο Τσαρούχης. Μιλώ για τον Διονύση Φωτόπουλο. Είχα όμως και άλλους σπουδαίους δασκάλους. Τον Χρόνη Μπότσογλου, τον Γιώργο Ζιάκα. Και άλλους, επίσης, που δεν γνώρισα ποτέ από κοντά, και που καθόρισαν όμως τη σκέψη μου, σε τέχνη και ζωή. Ο Αντρέι Ταρκόφσκι, ο Χάνεκε, ο Χαλεπάς, ο Παπαδιαμάντης – που ενσωμάτωσε όλον τον Ομηρο. Οι αρχαίοι τραγικοί και δραματικοί, ακολούθως οι Σαίξπηρ και Μάρλοου και οι μεταγενέστεροι Γκαίτε και Μπέκετ, επαληθεύοντας τον συλλογισμό μου που λέει ότι υπάρχει ο Αμλετ επειδή υπήρξε ο Ορέστης.

Στις συνεντεύξεις σας όντως μνημονεύετε πάντα τον Διονύση Φωτόπουλο. Πώς ξεκίνησε η γνωριμία σας μαζί του;

Ημουν στη σχολή ακόμη. Εψαχνε βοηθό. Ξεκινήσαμε με τις μακέτες για την ταινία «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη. Ενα βράδυ μού έδινε οδηγίες για την επόμενη μέρα και περιέγραψε κάτι εξαιρετικά δύσκολο τεχνικά. Συνειδητοποιώντας όμως τη δυσκολία του, έδωσε οδηγίες για κάτι απλούστερο. Το επόμενο πρωί ήρθε στο ατελιέ κάπως αργά. Κοίταξε τις μακέτες, κοίταξε κι εμένα και μου είπε: «Δεν έφυγες, ε»; Είχα φτιάξει τη δύσκολη εκδοχή, δουλεύοντας όλη τη νύχτα. Νομίζω κάπου εκεί συνδεθήκαμε στενά και συνεχίσαμε να αγαπάμε τα δύσκολα, παρέα πλέον. Ο Διονύσης είναι οικογένειά μου πια.

Διαβάστε επίσης: Εύα Νάθενα: «Στη Φόνισσα είπα την ιστορία της μητέρας μου που κακοποιήθηκε λεκτικά. Μου εξομολογήθηκε κάποτε ότι…»