Στο περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με τα «Νέα Σαββατοκύριακο» και τη Σόνια Καζόνι παραχώρησε συνέντευξη η Ράνια Τζίμα.
Η δημοσιογράφος και newscaster του Mega απεχθάνεται τον ξύλινο λόγο και παρά τη «μανιέρα» του αυστηρού παρουσιαστικού μίας οικοδέσποινας δελτίου ειδήσεων, εκείνη δεν κρύβει τα πηγαία της συναισθήματα κρατώντας παράλληλα τις λεπτές ισορροπίες.
Η δυναμική Ράνια Τζίμα αγαπάει τη δουλειά της αλλά δεν είχε από παιδί το όνειρο να ασχοληθεί με το «άθλημα». Σε μία σπάνια εξομολόγηση άνοιξε την καρδιά της και μίλησε για τον χαμό της μητέρας της, τον γάμο της με τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη και την καχυποψία που συναντά ως «γυναίκα του αριστερού Σακελλαρίδη».
Έχεις πει πολλές φορές πόσο αγαπάς τη δουλειά σου, ότι ποτέ δεν την κουβαλάς ως βάρος ακόμα και τις δύσκολες μέρες. Ήταν το παιδικό σου όνειρο η δημοσιογραφία;
Δεν είμαι η περίπτωση του ανθρώπου που ονειρευόταν να γίνει δημοσιογράφος, ούτε έγραψα ποτέ σε μαθητικές εφημερίδες. Από μικρό παιδάκι, όμως, είχα ένα περίεργο για την ηλικία μου ενδιαφέρον για τα πολιτικά.
Η πρώτη σου δουλειά ήταν στην ενημέρωση;
Η πρώτη μου δουλειά ήταν σε ένα μαγκαζίνο της ΕΡΤ 3, μια εκπομπή ποικίλης ύλης στην οποία έκανα γκάλοπ. Πολύτιμη εκπαίδευση. Από το σημείο που βρίσκομαι τώρα μπορώ να σου πω πόσο σημαντικό είναι να βγεις στον δρόμο, να βρεις το θάρρος να ρωτάς περαστικούς, να φας και άπειρες χυλόπιτες… Είναι η πρώτη επαφή απευθείας με τους πολίτες στους οποίους απευθυνόμαστε.
Στην Αθήνα ήρθες λίγο μετά τον ξαφνικό θάνατο της μαμάς σου και την απώλεια μιας αγαπημένης φίλης σε δυστύχημα. Πριν από αυτά τα τόσο δύσκολα για ένα νέο κορίτσι γεγονότα δεν επιθυμούσες να έρθεις στην Αθήνα για δουλειά;
Ούτε το ήθελα ούτε το είχα σκεφτεί. Η Θεσσαλονίκη τότε ήταν πολύ ενεργή δημοσιογραφικά, όλα τα μεγάλα κανάλια είχαν ανταποκριτικά γραφεία που το καθένα είχε 6-8 δημοσιογράφους. Υπήρχε πολλή δουλειά και καλοί μισθοί για τα δεδομένα της πόλης. Δεν έβλεπα τον λόγο να έρθω στην Αθήνα. Για μένα ήταν πολύ κομβικό γεγονός, καταλυτικό, η απώλεια της μητέρας μου. Ήταν σαν να κόπηκε ο ομφάλιος λώρος με όλη την προηγούμενη ζωή μου. Αλλά ακόμα και με τη «φυγή» της με πήγε μπροστά. Ήταν σπουδαία μάνα, ένας άνθρωπος πολύ ανεξάρτητος, που από την πρώτη ανάσα που πήρα, με σκληρό ή αυστηρό τρόπο πολλές φορές, προσπαθούσε να κάνει και εμένα ανεξάρτητη, να σταθώ στα πόδια μου, να μεγαλώσω με ταχύτητες που δεν ήταν της εποχής εκείνης, σαν να ήξερε πως θα φύγει νωρίς και θα κληθώ να αντιμετωπίσω πράγματα νωρίτερα από άλλα παιδιά. Δεν θα είχα φύγει από τη Θεσσαλονίκη αν δεν την έχανα. Σκέψου πως πριν μου είχαν προτείνει δυο-τρεις φορές να κατέβω στην Αθήνα, κάτι που ήταν όνειρο για τους περισσότερους δημοσιογράφους της πόλης, και το είχα αρνηθεί.
Δεν έχεις έστω ενδόμυχα τη ματαιοδοξία που ξυπνά στους περισσότερους ανθρώπους της τηλεόρασης; Συχνά δημιουργεί μια σχέση εξάρτησης…
Αυτό θεωρώ πως θέλει προσοχή και διαχείριση. Πρέπει να έχεις πάρει γερές βάσεις από το σπίτι που μεγάλωσες. Πιστεύω ότι παίζει ρόλο το πώς έχουν δια – χειριστεί οι γονείς τη διάπλαση του χαρακτήρα σου για το αν είσαι εγκλωβισμένος στην εικόνα σου ή όχι. Επειδή το έχω δει και γύρω μου να συμβαίνει και δεν θα εξαιρεθώ ούτε εγώ από αυτό, ξέρω πως όλα έχουν κάποια στιγμή το τέλος τους, το οποίο μπορεί να είναι και σύντομο. Το ότι είπα δυο χρόνια δελτία ειδήσεων δεν σημαίνει πως θα το κάνω για μια δεκαετία. Αν κάποια στιγμή αισθανθούν οι εργοδότες μου πως δεν έχω κάτι να προσφέρω σε αυτό, αν οι συνάδελφοί μου δεν περνάνε καλά μαζί μου, αν εγώ αισθανθώ πως πιέζομαι κι αυτό επηρεάζει κάποιες από τις εσωτερικές μου ισορροπίες, τότε αυτό μπορεί να τελειώσει. Θεωρώ πως ό,τι κάνεις επαγγελματικά πρέπει να συνεχίζεται όσο τα πράγματα ρέουν αρμονικά.
Μετά τον γάμο σου υπήρξαν αλλαγές στον τρόπο που σε αντιμετώπισαν εργοδότες και συνάδελφοι; Εισέπραξες αυτό το «είναι η γυναίκα του Σακελλαρίδη»;
Το αντιμετωπίζω ακόμα. Όχι όμως στην τρέχουσα δουλειά μου κι αυτό γιατί όταν πήγα στο Mega ήξεραν ποια είμαι, δεν προέκυψε μετά. Ήξεραν και την επαγγελματική μου πορεία και τα δεδομένα της προσωπικής μου ζωής. Όμως, γενικότερα υπάρχει μια καχυποψία που την έχω εισπράξει και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος. Για τους δεξιούς είμαι πάντα η γυναίκα του αριστερού Σακελλαρίδη και για τους αριστερούς είμαι η γυναίκα του Σακελλαρίδη που έφυγε από τον ΣΥΡΙΖΑ και κάλυπτε τη Νέα Δημοκρατία ως πολιτικός συντάκτης. Ξέρεις, ο καθένας διαβάζει τη φάση, όπως λένε και στο ποδόσφαιρο, με τον τρόπο που θέλει. Όμως, ανάμεσα σε όλα αυτά υπάρχει και η αυτόνομη οντότητα Ράνια Τζίμα που δεν προσδιορίζεται απαραιτήτως από κανέναν από αυτούς τους παράγοντες.
Προφανώς. Άλλωστε το ότι είσαι σύντροφος με κάποιον δεν σημαίνει πως απαραίτητα ταυτίζεστε σε όλα.
Όχι, ένα ζευγάρι δεν ταυτίζεται απαραίτητα στις πολιτικές του πεποιθήσεις. Όμως, σε αυτό που πρέπει απαρέγκλιτα δυο σύντροφοι να ταυτίζονται είναι οι αρχές τους. Εμείς με τον Γαβριήλ αυτό που μοιραζόμαστε είναι κοινές αρχές. Ο καθένας μας είναι έτοιμος να στηρίξει τον άλλο στην ανάγκη του να οριοθετηθεί. Αυτό είναι μια κρίσιμη ισορροπία σε ένα ζευγάρι. Για μένα είναι τεράστια υπόθεση που έχω έναν άντρα δίπλα μου που μου λέει «αν κάτι δεν το αντέχεις, ό,τι κι αν είναι αυτό, όποια στιγμή κι αν είναι αυτό, πήδα και εγώ θα είμαι εκεί και για τους δυο μας». Απλώνει δίχτυ ασφαλείας. Και το έχω κάνει και εγώ για εκείνον.
Τι ήταν αυτό που σε έκανε κάποτε να μην τον θέλεις ούτε για καλεσμένο στην ενημερωτική εκπομπή που παρουσίαζες;
Αχ, είναι αυτό που η ζωή έρχεται να σου τρίψει στα μούτρα αυτά που έλεγες, με απόλυτο μάλιστα τρόπο, και να σου πει πως τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως τα νόμιζες. Έχουν και μια άλλη πλευρά. Γιατί δεν τον ήθελα; Δεν ξέρω…
Υπήρχε κάποια προϋπάρχουσα κόντρα ανάμεσά σας;
Όχι, αδιάφορος μου ήταν. Παντελώς αδιάφορος. Είχα τις φίλες μου που έλεγαν «τι ωραίος τύπος αυτός ο Σακελλαρίδης» και τους απαντούσα «εγώ δεν το βλέπω αυτό που βλέπετε». Δεν το έβλεπα. Ψέματα να πω; Αλλά μετά το είδα!
Από ό,τι έχω καταλάβει από δηλώσεις σου, σε διεκδίκησε με υπομονή και επιμονή…
Για μένα η επιμονή είναι πολύ βασικό στοιχείο για έναν άντρα. Επειδή έχει ανοίξει η πολύ σπουδαία συ – ζήτηση για το #ΜeΤoo και μπορεί να παρεξηγηθεί αυτό που λέω, δεν εννοώ μια επιμονή που ο άλλος δεν σέβεται το «όχι» σου. Εννοώ το να διεκδικήσει κάποιος με γλυκό και ευγενικό τρόπο κάτι που νιώθει πως το θέλει και να βρει το θάρρος να προσπαθήσει λίγο περισσότερο γιατί πραγματικά ενδιαφέρεται να σε προσεγγίσει. Αυτό είναι ένα στοιχείο που το βρίσκω πολύ γοητευτικό στους άντρες.
Έχετε μια κόρη 5 ετών, την Ελένη. Η μητρότητα ήταν κάτι που πάντα λαχταρούσες;
Η ζωή μού έχει αποδείξει πως υπήρξα πολύ κατηγορηματική σε κάποια πράγματα, ενώ δεν θα έπρεπε. Ήμουν φοβερά στοχοπροσηλωμένη στη δουλειά μου και δεν ένιωθα την ανάγκη να κάνω παιδί. Από μικρή είχα δύο κατηγορίες φιλενάδων. Κάποιες τις θυμάμαι από το Δημοτικό να παίρνουν τον ρόλο της μαμάς στο παιχνίδι, ενώ είχα και φίλες που συνειδητά έλεγαν πως δεν θέλουν παιδί. Εγώ πίστευα πως δεν είμαι φτιαγμένη για να γίνω μαμά. Ίσως γιατί είχα βιώσει την απώλεια της μαμάς μου και σκεφτόμουν πως αν κάνω ένα παιδί θα μπορούσε να συμβεί το ίδιο και σε μένα και να το αφήσω μόνο. Έκανα τέτοιες σκέψεις. Κάποια στιγμή μέσα στη σχέση μας με τον Γαβριήλ κατάλαβα πως κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει γιατί έπαψε πια να με τρομάζει η σκέψη ενός παιδιού.
Άρα ήταν κάτι που σου το ξύπνησε ο σύντροφός σου.
Ναι, κι αυτό σταδιακά. Ξεκινήσαμε από το «εγώ παιδί δεν θέλω να κάνω, είμαι μια χαρά και μόνη στο σπίτι μου» για να πάμε στο «μπορεί να μην είμαι και τόσο καλά μόνη στο σπίτι μου», πριν προχωρήσουμε στο «δεν με τρομάζει πια η ιδέα ενός παιδιού» και καταλήξουμε στην επιθυμία για ένα παιδί.
Πώς είναι η ζωή με τη μικρή Ελένη;
Ό,τι έχω κοροϊδέψει στη ζωή μου το έχω λουστεί. Γελούσα με τις μαμάδες που θεωρούσα πως κάνουν σαν χαζές για τα παιδιά τους και τα βλέπουν καταπληκτικά και υπέροχα κι έγινα ακριβώς αυτό. Έχω λατρεία για το πλάσμα αυτό. Τη βλέπω και λιώνω. Της λέω « Ελένη μου, πώς γίνεται να είσαι τόσο όμορφη και τόσο έξυπνη και τόσο καλό παιδάκι;». Είναι και η ιδιοσυγκρασία της τέτοια που πλέον με κοροϊδεύει, γελάει, μου βγάζει τη γλώσσα και μου λέει «έλα, βρε μαμά!».
Είσαι αυστηρή μαμά;
Καθόλου. Έχουμε διαφορετικά σημεία στα οποία επιμένουμε με τη μικρή ο Γαβριήλ και εγώ. Εκείνος την οριοθετεί πολύ περισσότερο στα θέματα της καθημερινότητας, της διατροφής. Εγώ αγχώνομαι περισσότερο με τα θέμα – τα της εκπαίδευσης, του σχολείου, των δραστηριοτήτων. Μοιάζουν και πολύ μπαμπάς και κόρη, οπότε κοντράρονται πιο έντονα. Πέρα από την εμφάνιση, που είναι ολόιδιοι, έχουν και τον ίδιο χαρακτήρα!
Εάν μπει ξανά ενεργά στον πολιτικό στίβο ο Γαβριήλ, αυτό θα σε προβληματίσει στο πώς θα συνεχίσεις επαγγελματικά; Είχες πει πως θα σταματούσες ακόμα και τη δημοσιογραφία.
Ναι, θα με προβληματίσει πολύ βαθιά, το έχω ξαναπεί. Το θέμα είναι τι αντέχει ο καθένας. Έτσι όπως μετρώ αυτή τη στιγμή τις συναισθηματικές μου αντοχές, εγώ θα ζοριζόμουν πολύ. Και πολύ πίσω στον χρόνο να γύριζα, όταν κάλυπτα το υπουργείο Ανάπτυξης και πήγαινα να κάνω τις τιμές των προϊόντων στη λαϊκή, επειδή ακόμα κι αυτό είναι ένα πολιτικό θέμα, θα ήξερα πως θα γύριζαν να πουν πως «η γυναίκα του Σακελλαρίδη είπε πως τα φασολάκια είναι ακριβότερα γιατί είναι κρυφοσυριζαία».
Ενδεχομένως να το έλεγαν. Εσύ όμως γιατί θα το έπαιρνες τόσο προσωπικά;
Εκεί είναι το ζήτημα. Πόση δουλειά μπορείς να κάνεις μέσα σου για να μη σε νοιάζει όλο αυτό. Χαίρομαι πραγματικά τους ανθρώπους που μια τέτοια κατάσταση μπορούν να τη γράψουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους. Σήμερα όμως που μιλάμε, όπως γραδάρω εγώ τον εαυτό μου, δεν θα μπορούσα να το κάνω. Θα με πίεζε, θα με ταλαιπωρούσε πολύ. Αυτό δεν σημαίνει πως ο τρόπος που σκέφτομαι εγώ είναι πιο σωστός. Όμως, μου αρέσει αυτό που κάνω να ρέει αβίαστα και όμορφα. Έτσι κι αλλιώς, όμως, δεν τίθεται τέτοιο θέμα σε αυτή τη φάση.