Παναγιώτης Γιαννάκης: Το ζευγάρι σκισμένα μπασκετικά παπούτσια, η φήμη περί κόντρας με τον Νίκο Γκάλη και η στιγμή που κατάλαβε ότι έφτασε το «τέλος»
Νέα

Παναγιώτης Γιαννάκης: Το ζευγάρι σκισμένα μπασκετικά παπούτσια, η φήμη περί κόντρας με τον Νίκο Γκάλη και η στιγμή που κατάλαβε ότι έφτασε το «τέλος»

Παναγιώτης Γιαννάκης: Το ζευγάρι σκισμένα μπασκετικά παπούτσια, η φήμη περί κόντρας με τον Νίκο Γκάλη και η στιγμή που κατάλαβε ότι έφτασε το «τέλος»

Συγκινήθηκε η Νάνσυ Ζαμπέτογλου

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης ήταν ο βενιαμίν στην οικογένειά του, ανάμεσα στα πέντε αδέρφια.

«Η μαμά μου πήγαινε για την κόρη», είπε στο «Στούντιο 4» και μίλησε για τη φτώχεια εκείνα τα χρόνια η οποία ωστόσο δεν τον επηρέασε.

«Όταν είσαι παιδί, χρειάζεσαι παιχνίδι, την αγάπη από τους γονείς και ένα σωστό σχολείο της γειτονιάς. Αυτό είναι αρκετό. Ποτέ δεν μου έλειψε κάτι. Ίσως ένα ζευγάρι μπασκετικά παπούτσια. Μου έπαιρνε η μητέρα μου ελβιέλα από τη λαϊκή κι εγώ επειδή κλώτσαγα πέτρες χάλαγαν. Το πρώτο μου ζευγάρι, μου το έδωσε ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες του Ιωνικού. Μου λέει “τα θες; Είναι λίγο σκισμένα στο πλάι”. Τα πήρα, τα πήγα στον τσαγκάρη και δεν θα τα ξεχάσω ποτέ».

Γνώρισε τη σύζυγό του στο σχολείο, στη β’ λυκείου. Είχαν σχέση κρυφά από τους γονείς της, μέχρι να παντρευτούν. «Εκείνη έπαιζε βόλεϊ κι εγώ μπάσκετ. 23 ετών παντρευτήκαμε. Τα πεθερικά μου της είχαν πει ότι επειδή παίζω μπάσκετ είμαι αλήτης».

Για τις σκέψεις του όταν έπαιζε μπάσκετ: «Δεν ένιωσα ποτέ ανασφαλής. Έδινα πάντα τον καλύτερο εαυτό μου. Συναγωνισμό ένιωσα, όχι ανταγωνισμό. Δεν μετρούσα τα καλάθια μου, δεν με ενδιέφερε. Όταν πήγα στην Αμερική ένιωσα μεγάλο κίνητρο. Δεν έγινα επαγγελματίας εκεί γιατί ήθελα να παίζω στην Εθνική. Τότε, στον Άρη, αποφεύγαμε να βγαίνουμε ειδικά στην πόλη. Μας έστελναν δύο τσουβάλια γράμματα».

Για τη συνεργασία του με τον Νίκο Γκάλη στον Άρη: «Μου έλεγαν ότι θα θέλουμε δυο μπάλες για να παίξουμε με τον Γκάλη. Δεν το σκέφτηκα. Επειδή είχαμε παίξει αντίπαλοι, ο καθένας μετράει πόσο καλός είναι ο άλλος. Εγώ αισθανόμουν έναν σεβασμό, αλλά το μπάσκετ είναι μπάσκετ. Πάντα είχαμε τη φήμη ότι είχαμε κόντρα. Δεν γίναμε πολύ φίλοι. Κάναμε κάποια διαστήματα παρέα αλλά ήμασταν άλλοι χαρακτήρες. Υπήρχαν στιγμές που αισθανόμασταν άβολα. Ο Νίκ σκόραρε πολύ εύκολα, αλλά δεν του άρεσε να παίζει άμυνα. Όμως εμείς έπρεπε να κερδίζουμε. Θα έπρεπε να καταλάβει ότι πρέπει να είναι πιο ομαδικός. Του άρεσε να σκοράρει. Θα ήταν ακόμα πιο σπουδαίος αν βοηθούσε και κάποιον άλλον να βάλει καλάθι».

«Καλύτερα να σε σέβονται παρά να σε αγαπούν. Είμαι ένας ευτυχισμένος παππούς και αθλούμαι. Παίζω λίγο μπάσκετ», πρόσθεσε και αναφέρθηκε στη στιγμή, το 1996 που αποφάσισε να κρεμάσει τα παπούτσια του.

«Το 1996, ήμουν όλη τη σεζόν κουρασμένος. Ήμουν πτώμα. Δεν έλεγα τίποτα, προσπαθούσα. Ήμουν στα αποδυτήρια, έκλεισα την πόρτα και είπα στους συμπαίκτες μου ότι σταματάω στο μπάσκετ. Ήμουν τότε 38 και μου έγινε πρόταση από την Μπαρτσελόνα. Κακώς δεν πήγα, θα ήταν μεγάλη εμπειρία».

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης μίλησε και για τον γιο του, τον οποίο θεωρεί ότι αδίκησαν. «Μια πάσα κάνει δύο χαρούμενους», είναι το μότο του στη ζωή.