Πρώην φιλοξούμενη της «Κιβωτού του Κόσμου»: «Έβαζαν τα παιδιά στην απομόνωση και οι υπεύθυνοι έλεγαν ότι ο πάτερ Αντώνιος γνώριζε τα πάντα»
Πρωινές εκπομπές

Πρώην φιλοξούμενη της «Κιβωτού του Κόσμου»: «Έβαζαν τα παιδιά στην απομόνωση και οι υπεύθυνοι έλεγαν ότι ο πάτερ Αντώνιος γνώριζε τα πάντα»

Πρώην φιλοξούμενη της «Κιβωτού του Κόσμου»: «Έβαζαν τα παιδιά στην απομόνωση και οι υπεύθυνοι έλεγαν ότι ο πάτερ Αντώνιος γνώριζε τα πάντα»

Συνεχίζουν οι καταγγελίες για τις κακοποιήσεις στις δομές

Πρώην φιλοξενούμενη της «Κιβωτού του Κόσμου» μιλά αποκλειστικά στην εκπομπή «Super Κατερίνα» και περιγράφει τις δύσκολες συνθήκες που βίωναν μέσα στις δομές.

Αναφέρθηκε στις τιμωρίες που τους έθετε ο πάτερ Αντώνιος και οι υπεύθυνοι που είχε ορίσει αλλά και το γεγονός ότι τους έκλειναν στην απομόνωση υπό την απειλή του διωγμού από τη δομή.

«Έφυγα από εκεί πριν από χρόνια. έμενα εκεί για λίγο διάστημα αλλά δεν θέλω να πω για πόσο καιρό ακριβώς γιατί δεν θέλω να καταλάβουν ποια κοπέλα είμαι.

Η συμπεριφορά ήταν διαφορετική. Τα μεγαλύτερα παιδιά, 13-14, όταν τους έβαζαν να κάνουν δουλειές, με ταπείνωση, με ένταση τους έβαζαν τιμωρίες. Η τιμωρία εκεί ήταν αλλιώς, την ονόμαζαν “συνέπειες”. Δηλαδή αν κάνεις κάτι, θα έχεις συνέπειες από αυτό.

Αν για παράδειγμα έπιαναν παιδιά να καπνίζουν κρυφά, τους έλεγαν “τώρα θα δεις τι συνέπειες έχεις”. Τους έβαζαν στην απομόνωση και όταν τα παιδιά έλεγαν ότι θα το πουν στον πατέρα Αντώνιο, αυτοί έλεγαν ότι γνώριζε τα πάντα και τους είχε βάλει υπεύθυνους.

Κάποιες φορές ο πάτερ ήταν εκεί, έμενε εκεί κάποιες φορές και όταν έλειπε έλεγαν ότι τα ήξερε όλα. Οι υπεύθυνοι έβαζαν τα μεγαλύτερα παιδιά να τιμωρούν τους μικρότερους. Τους έκλειναν στο δωμάτιο, έμπαιναν σε τιμωρία για να δουν τις συνέπειες.

Μας έβαζαν να κάνουμε δουλειές, αγγαρείες και εάν δεν τα κάναμε σωστά μας έβαζαν τιμωρίες. Φοβόμασταν, μας έλεγαν ότι θα μας πετάξουν στο δρόμο, δεν θα έχουμε να φάμε.

Βλέπαμε ότι ο πάτερ Αντώνιος μιλούσε με πολιτικούς, με γνωστούς και λέγαμε ότι δεν θα μας πιστέψουν.

Τι να πω και για το φαγητό; Τρώγαμε βασικά πράγματα, ο κόσμος έφερνε φαγητό αλλά εμείς δεν τα βλέπαμε, δεν ξέρω που τα πήγαιναν».