Γιώργος Αμούτζας: «Αν είχα κάποια παραπονάκια από την πρώτη σεζόν του “Σασμού”, ήταν κυρίως σεναριακά»
Νέα

Γιώργος Αμούτζας: «Αν είχα κάποια παραπονάκια από την πρώτη σεζόν του “Σασμού”, ήταν κυρίως σεναριακά»

Γιώργος Αμούτζας: «Αν είχα κάποια παραπονάκια από την πρώτη σεζόν του “Σασμού”, ήταν κυρίως σεναριακά»

Ο ηθοποιός της επιτυχημένης σειράς του Alpha σε μία εφ΄όλης της ύλης συνέντευξη στο περιοδικό ΟΚ!

Συνέντευξη στο περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με τα «Νέα Σαββατοκύριακο» παραχώρησε ο Γιώργος Αμούτζας όπου μεταξύ άλλων μίλησε για την επιτυχία του «Σασμού» αλλά και για πιο προσωπικές πτυχές της ζωής του.

Προτιμάς κι εσύ περισσότερο το θέατρο από την τηλεόραση;

Δεν ξέρω αν έχω το κόλλημα θεατρικός ή τηλεοπτικός, αλλά σίγουρα προτιμώ το θέατρο από την καθημερινή σειρά και το τονίζω συγκεκριμένα, όχι γενικά και αόριστα από την τηλεόραση. Θέατρο σπούδασα και αισθάνομαι ότι το επάγγελμά μας είναι το θέατρο και η τηλεόραση είναι ο τρόπος να βιοποριζόμαστε καλύτερα και να δυναμώνουμε και λίγο και τα εισιτήριά μας στο θέατρο.

Έχεις πει ότι έχεις δυσλεξία;

Ναι, από μικρός. Κάπως στην αρχή. Αλλά πλέον δεν ξέρω. Τι να σου πω; Το μόνο ότι είμαι κακός στην ορθογραφία. Δηλαδή ίσως να ήταν πιο δύσκολο στην αρχή να αποστηθίσω κείμενα, αλλά δεν είναι πια, το δούλεψα πάρα πολύ. Κάνω καθημερινή σειρά σχεδόν δύο χρόνια πλέον. Είμαστε φωτοτυπικό μηχάνημα. Παίρνεις τη σκηνή, κάνεις ένα γρήγορο διάβασμα στο κείμενο και λες «εντάξει, έτοιμος είμαι, πάμε». Είχα χάσει ένα ρόλο στις Άγριες μέλισσες. Δυσκολεύτηκα λίγο, ήταν άγνωστο το κείμενο, πολλές σκηνές μαζί και ήταν μέτριο το αποτέλεσμα. Ήταν για τον ρόλο του γιου του κλαρινιτζή του Βαμβακά, τον Μπάμπη που τα είχε με την Ασημίνα λίγο στη αρχή. Τον πήρε τελικά ο Γιάννης Βασιλώττος.

Είσαι ανταγωνιστικός γενικά;

Στη ζωή πολύ. Στο επάγγελμά μου δεν είμαι. Εκεί πιστεύω ότι ο ανταγωνισμός σε πάει πολύ πίσω, σου κάνει μεγάλο κακό, σε βγάζει από την αναζήτηση του πραγματικού στόχου και χάνεις πολύ έδαφος. Αλλά στην τελική είναι ομαδικό άθλημα η υποκριτική.

Σε φέρνει σε αμηχανία να σε ρωτάνε για την προσωπική σου ζωή και για τη σχέση που είχες με τη συνάδελφό σου Έλενα Πιερίδου;

Ποτέ δεν έκανα ριάλιτι την προσωπική μου ζωή. Για την Έλενα που με ρωτάνε και έρχονται πολύ συγκεκριμένα, έχω πάντα την ίδια απάντηση. Η Έλενα είναι πάντα, είναι, δεν ήταν, δεν τον λέω σε παρελθόντα χρόνο, ένας πολύ αγαπημένος μου άνθρωπος που πάντα είμαι δίπλα της, πάντα είναι δίπλα μου και πάντα σεβόμαστε ο ένας τον άλλο και τρέχουμε και σκιζόμαστε ο ένας για τον άλλο.

Μήπως δεν είναι και η καλύτερη επιλογή να είναι η σύντροφός σου από τον ίδιο χώρο;

Από τη μια σε πολλά είναι καλύτερο, από την άλλη είναι τραγικό, είναι χάλια. Δεν έχω καταλήξει. Κάποια τα καταλαβαίνει ο ηθοποιός που άλλος δεν μπορεί να τα καταλάβει. Καταλαβαίνει τι θα πει ερωτική σκηνή, τι θα πει υποκριτική και πόσο μεγάλο χάσμα υπάρχει ανάμεσα στην υποκριτική και την πραγματική ζωή. Ότι πολλές φορές μάς πλησιάζουν οι γυναίκες, οι άντρες με πιο πονηρό τρόπο, έτοι – μοι για όλα. Ένας ηθοποιός τα καταλαβαίνει γιατί τα βιώνει και ο ίδιος.

Ναι, αλλά υπάρχει και ο ανταγωνισμός μεταξύ τους.

Δηλαδή μετά τη Βουγιουκλάκη και τον Παπαμιχαήλ έχουμε ακόμη τέτοια; Όχι, εγώ χάρηκα τόσο πολύ όταν η Έλενα έκλεισε τον πρωταγωνιστικό ρόλο φέτος στον Γλυκάνισο. Γενικά δεν είμαι ζηλιάρης πάντως. Ούτε να ψάξω τηλέφωνα, να ρωτήσω ποιος είναι αυτός, τι έκανες, πού ήσουν, τι ώρα γύρισες. Πολύ κουράζομαι με αυτά.

Επειδή ίσως έχεις αυτοπεποίθηση.

Δεν ξέρω αν είναι αυτό. Ξέρω, ωστόσο, ότι στο τέλος της ημέρας κοιμάται με μένα. Μου λέει ότι δεν κάνει καταχρήσεις. Λίγο αλκοόλ, καπνίζει επιλεκτικά, αλλά τώρα το έχει κόψει για τις παραστάσεις. Θυμάται ότι ως μοναχοπαίδι, είχε φοβερό μέτρο. Του έλεγαν οι γονείς του: «Σε παρακαλώ πολύ, θέλω να μην το κάνεις αυτό γιατί θα με στενοχωρήσεις» και το σεβόταν. Εκείνος, βέβαια, αποφάσισε αργότερα να ασχοληθεί και με τον μηχανοκίνητο αθλητισμό. «Τους έχω αγχώσει, το ξέρω. Εντάξει δεν είναι νορμάλ να μπαίνεις σε μία πίστα, να ανεβαίνεις σε μια μηχανή και να πηγαίνεις με 300 χλμ. την ώρα». Μου περιγράφει ότι το καλοκαίρι που βρέθηκε με την παράσταση στην Κρήτη, δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει. Τον αναγνώριζαν παντού ως Νικηφόρο. «Έβγαινα με μάσκα, καπέλο και γυαλιά γιατί δεν μπορούσα να φτάσω εκεί που έπρεπε να φτάσω». Μοιράζεται την αγωνία που έχει συνέχεια για την εξέλιξη του ρόλου του στον Σασμό. «Αν είχα κάποια παραπονάκια από την πρώτη σεζόν ήταν κυρίως σεναριακά, αλλά φέτος τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Έχουμε μια καινούρια σεναριακή ομάδα και ήδη τα επεισόδια που λάβαμε έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και είναι πολύ προσεγμένα». Μετά μου αφηγείται ξεκαρδισμένος τα γέλια που έκαναν στο χθεσινό γύρισμα. «Χθες έλεγε ο Δημήτρης ο Λάλος σε μια σκηνή: ”Δεν έχει κάνει τίποτα αυτός. Τσάμπα τον κατηγορείτε. Δεν σκότωσε κανέναν. Κάτι ελαφριές μαχαιριές ήταν μόνο”. Ελαφριές… Το έλεγε σε μένα και σε δυο τρεις άλλους. Ε, κάποια στιγμή λυγίσαμε. Δηλαδή αρχίσαμε και κακαρίζαμε για κάνα 5λεπτο. Χρειάστηκε να γίνει μπρέικ». Και ενώ μου εξηγεί ότι το νιώθει ως «ανταμοιβή» και καθόλου ως ενόχληση όταν ένας άγνωστος έρθει και του μιλήσει, μια φουριόζα κυρία σηκώνεται από το πίσω τραπέζι στην καφετέρια και έρχεται κατευθείαν καταπάνω του. «Συγγνώμη, που διακόπτω. Χαίρομαι πολύ που σας γνωρίζω από κοντά. Ο κύριος Αμούτζας δεν είστε; Είμαι φιλόλογος από τη Ρόδο. Θα έρθετε με την παράσταση στο νησί; Ο Φιλοκτήτης είναι η αγαπημένη μου τραγωδία. Nα βγω μια φωτογραφία μαζί σας; Μπορώ να την ανεβάσω στο Facebook;». Η «ανταμοιβή» της ημέρας μόλις του είχε καταβληθεί και τα likes θα ξεκινούσαν σε λίγο.