Ο Στέφανος Δάνδολος στο Znews: «Αρκετά με την ελεεινή μόδα των reality και των σαχλοεκπομπών, που παρέχουν πλήρη αποχαύνωση. Η χώρα μας διαθέτει εξαιρετική μυθοπλασία»
Συνεντεύξεις

Ο Στέφανος Δάνδολος στο Znews: «Αρκετά με την ελεεινή μόδα των reality και των σαχλοεκπομπών, που παρέχουν πλήρη αποχαύνωση. Η χώρα μας διαθέτει εξαιρετική μυθοπλασία»

Ο Στέφανος Δάνδολος στο Znews: «Αρκετά με την ελεεινή μόδα των reality και των σαχλοεκπομπών, που παρέχουν πλήρη αποχαύνωση. Η χώρα μας διαθέτει εξαιρετική μυθοπλασία»

Ο συγγραφέας του «Φλόγα και άνεμος» μας μίλησε λίγο πριν από την προβολή της σειράς που βασίζεται στο βιβλίο του

Η νέα σειρά της ΕΡΤ «Φλόγα και άνεμος» κάνει πρεμιέρα στις 17 Σεπτεμβρίου. Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Στέφανου Δάνδολου, θα μεταφέρει στη μικρή οθόνη σε 12 επεισόδια τον θυελλώδη έρωτα της Κυβέλης Ανδριανού και του Γιώργου Παπανδρέου με σκηνικό υπόβαθρο όλα τα σημαντικά ιστορικά γεγονότα της σύγχρονης Ελλάδας.

Σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Ζnews, λίγο πριν ξεκινήσει η προβολή της σειράς, ο Στέφανος Δάνδολος μας μίλησε για το πώς οπτικοποιήθηκε το βιβλίο του, τη δυσκολία που έχει κάθε του πόνημα που αφορά ιστορικά πρόσωπα αλλά και την ελληνική μυθοπλασία.

Από την «Ιστορία χωρίς όνομα» στο «Φλόγα και άνεμος»

Ο σπουδαίος Παύλος Μάτεσις είπε κάποτε ότι ο Δάνδολος είναι ο σημαντικότερος συγγραφέας της γενιάς του. Και όχι άδικα.

Από το 1996 όπου έκανε την πρώτη του εμφάνιση, έχει γράψει δεκατρία βιβλία, είναι μεταφρασμένος σε τρεις ξένες γλώσσες, έχει τιμηθεί με το βραβείο Μπότση παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας για το σύνολο του λογοτεχνικού έργου του.

Μεταξύ των άλλων αγαπημένων μας μυθιστορημάτων του έχει υπογράψει και την πολυβραβευμένη «Ιστορία χωρίς όνομα», ένα από τα μεγαλύτερα ελληνικά μπεστ σέλερ των τελευταίων ετών, το οποίο μεταφέρθηκε στο θέατρο, και έγινε μια από τις πιο εμπορικές παραστάσεις της τελευταίας πενταετίας αποσπώντας το 2020 τέσσερα Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης.

Στα τελευταία σας τουλάχιστον βιβλία («Ιστορία χωρίς όνομα», «Φλόγα και άνεμος») ασχολείστε με άγνωστες ή λιγότερο γνωστές πτυχές ιστορικών προσώπων και φυσικά τη σχέση τους με τον έρωτα. Τι σας ιντριγκάρει σε αυτές τις ιστορίες;

Το γεγονός ότι μπορώ να βυθιστώ στα μεγάλα πεπραγμένα του παρελθόντος, εστιάζοντας στους ανθρώπους που το σημάδεψαν, βλέποντάς τους ως κοινούς θνητούς και όχι σαν
θρύλους. Αυτό από μόνο του είναι αρκετά γοητευτικό.

Έπειτα είναι η σύνδεση της πραγματικότητας με τη μυθοπλασία. Δηλαδή το πώς οι αληθινές ζωές, χωρίς να αλλοιωθούν στην υφή τους, θα αποκτήσουν την στρώση ενός μυθιστορήματος, πλαισιωμένου από τα στολίδια της φαντασίας, δηλαδή παράλληλες ιστορίες και χαρακτήρες που έχω επινοήσει.

Είναι μια μείξη που απαιτεί μεγάλη πειθαρχία και πολύ προσεχτικό χτίσιμο, και αυτός ο βαθμός δυσκολίας καθιστά το εγχείρημα ακόμα πιο γοητευτικό. Παρά την επίπονη έρευνα, τα συγκεκριμένα βιβλία δεν αποτελούν κάποιο είδος λογοτεχνίζοντος ρεπορτάζ μήτε είναι γραμμένα μέσα από δημοσιογραφική προσέγγιση.

Είναι καθαρή ιστορική μυθιστοριογραφία, και θα μπορούσαμε να πούμε ότι ανήκουν σε αυτό που αποκαλούμε documentary fiction, ή doc fiction, ή faction, εκ του fact (γεγονός) και fiction (μυθοπλασία).

Ειδικά στο τελευταίο σας βιβλίο καταπιάνεστε με τον θυελλώδη έρωτα της Κυβέλης και του Γεωργίου Παπανδρέου. Σκεφτήκατε κάποια στιγμή ότι παίρνετε ρίσκο καθώς αφορά πρόσωπα που μπορεί να μην βρίσκονται μεν εν ζωή, όμως ειδικά στην περίπτωση Παπανδρέου πρόκειται για μια οικογένεια που υπάρχει στην πολιτική ζωή της χώρας μέχρι σήμερα;

Όταν γράφω ένα μυθιστόρημα οι προθέσεις μου είναι πάντοτε καλοπροαίρετες, το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να ταξιδέψω έντιμα τον αναγνώστη. Οπότε γιατί να το δω σαν ρίσκο; Σκοπός μου δεν είναι να φέρω άπλυτα στη φόρα, αλλά να καταπιαστώ με μορφές που όσο ψηλά κι αν έφτασαν, στο τέλος της μέρας ήταν άνθρωποι όπως εμείς, κοινοί θνητοί, ψυχές που πονούσαν, ήλπιζαν, ονειρεύονταν, αναμετρούνταν με τη μοναξιά τους.

Ποιο κατά τη γνώμη σας είναι το στοιχείο που αγαπούν τόσο πολύ οι αναγνώστες στα βιβλία σας, ότι πρόκειται για υπαρκτά ιστορικά πρόσωπα ή το γεγονός ότι ζουν απαγορευμένους έρωτες;

Είμαι ο τελευταίος που θα μπορούσε να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα. Κάθε αναγνώστης κάνει τη δική του ανάγνωση, με βάση την κουλτούρα του, την καλλιέργειά του, τις βαθύτερες ευαισθησίες του.

Ίσως είναι η τρυφερότητα μέσα από την οποία προσεγγίζω αυτές τις ζωές, η ευγένεια, η διακριτικότητα, ακόμα και η συμπόνια ενδεχομένως. Ή ίσως είναι τέτοιο το γράψιμο και η πλοκή, που μπορείς να ταυτιστείς με τους ήρωες μέσα στην ανθρώπινη διάστασή τους.

Ή χίλιοι άλλοι λόγοι που ο ίδιος ο συγγραφέας δεν μπορεί να φανταστεί. Η κάθε ανάγνωση έχει τα δικά της υποκειμενικά κριτήρια.

Ξεκινώντας να γράφετε κάνετε ποτέ σκέψεις ότι τα βιβλία σας μπορεί να γίνουν τηλεοπτικά ή κινηματογραφικά σενάρια;

Οι μόνες σκέψεις που κάνω ξεκινώντας, αφορούν το βιβλίο που πρόκειται να γραφτεί, και ο τρόπος που πρέπει να γραφτεί, και ο μόχθος για να γραφτεί, και οι ατελείωτοι μήνες που με περιμένουν για να γραφτεί. Τίποτε άλλο.

Πώς έγινε η πρόταση να μεταφερθεί στη μικρή οθόνη το «Φλόγα και άνεμος»;

Οι συζητήσεις άρχισαν πριν από δύο χρόνια, έπειτα από τη μεγάλη θεατρική επιτυχία της «Ιστορίας χωρίς όνομα». Έγιναν προτάσεις, υπήρξαν επαφές, βοήθησε και το γεγονός ότι η ελληνική τηλεόραση έχει κάνει εκ νέου μια αξιοσημείωτη στροφή στη σοβαρή μυθοπλασία. Τελικά η συνεργασία «κλείδωσε» με τον καλύτερο τρόπο.

Η ΕΡΤ αναμφίβολα αποτελεί εχέγγυο ποιότητας, μην ξεχνάμε τις υπέροχες δουλειές που έκανε πέρυσι, και η εταιρεία παραγωγής Red Line Productions, με πρωτεργάτη τον Παναγιώτη Αλεξόπουλο, αγκάλιασε το πρότζεκτ ανεβάζοντας τον πήχη ψηλά, κάτι που θα φανεί, πιστεύω, στην οθόνη και οι τηλεθεατές θα το εκτιμήσουν.

Η Εσκενάζυ έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να πλάθει υπέροχες εικόνες, έχει έναν φελινικό τρόπο προσέγγισης, που με μαγεύει

Είχατε φανταστεί ποτέ αν το «Φλόγα και άνεμος» γινόταν σειρά ποιοι θα ενσάρκωναν τους ρόλους του βιβλίου σας;

Πριν γίνει η πρόταση; Όχι…

Υπάρχουν προϋποθέσεις για να πείτε «ναι» ή να αρνηθείτε τη μεταφορά ενός βιβλίου σας στην τηλεόραση;

Φυσικά και υπάρχουν. Και πάντα πρέπει να υπάρχουν, αν θέλεις να περιφρουρήσεις όσο μπορείς την ποιότητα της δουλειάς σου. Ας το θέσω επιγραμματικά λοιπόν.

Όταν συνδυάζεται το ενδιαφέρον ενός σοβαρού καναλιού και μιας αξιόλογης εταιρείας παραγωγής, όταν υφίσταται σεβασμός στο κείμενό μου και όραμα για το αποτέλεσμα της διασκευής, τότε δεν θα είχα ποτέ λόγους για να αρνηθώ.

Τα τελευταία δύο χρόνια, με τις «Άγριες μέλισσες» κυρίως, το τηλεοπτικό κοινό έδειξε μια έντονη αγάπη προς τις σειρές εποχής. Το ίδιο συμβαίνει βέβαια και στα βιβλία. Πώς το εξηγείτε; Με τι ταυτίζεται το κοινό;

Τα έργα εποχής, όταν είναι προσεγμένα και έχουν φτιαχτεί με μεράκι και ακρίβεια στη λεπτομέρεια, δηλαδή δεν είναι απλώς κλασσικά εικονογραφημένα, τότε λειτουργούν ως ταξίδια, και ο κόσμος σήμερα έχει ανάγκη από ταξίδια. Και ειδικά όταν, πίσω από αυτά, υπάρχουν ανθρώπινες ιστορίες που έχουν κάτι να πουν, τότε τόσο ο θεατής όσο και ο αναγνώστης δεν μπορούν να μην ταυτιστούν.

Οι «Άγριες Μέλισσες» κατάφεραν να το θυμίσουν αυτό στην ελληνική τηλεόραση, αποδεικνύοντας ότι το κοινό έχει ανάγκη τελικά από πιο ποιοτικά πράγματα. Αρκετά με την ελεεινή μόδα των reality και των σαχλοεκπομπών, που παρέχουν πλήρη αποχαύνωση. Η χώρα μας διαθέτει εξαιρετική μυθοπλασία και πρέπει να την αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο τρόπο.

Από τη στιγμή που η ιστορία του βιβλίου σας φεύγει από τα χέρια σας για να γίνει σενάριο, σταματά η εμπλοκή σας στην τηλεοπτική μεταφορά του; Για παράδειγμα η Βικτόρια Χισλοπ είχε πολύ ενεργή συμμετοχή στα γυρίσματα για το «Νησί» όπως και τώρα στο «Μια νύχτα του Αυγούστου». Εσείς συμμετέχετε έστω και συμβουλευτικά;

Ναι, συμμετέχω, και ήταν μια συνειδητή επιλογή από την αρχή. Είμαι της άποψης ότι ο συγγραφέας του βιβλίου οφείλει να έχει ρόλο στη διασκευή, όχι γιατί οι άνθρωποι που την έχουν αναλάβει δεν είναι αρκετά ικανοί να την κάνουν από μόνοι τους, διότι είναι και με το παραπάνω, αλλά επειδή έχοντας γράψει το μυθιστόρημα μπορείς να βοηθήσεις δημιουργικά στο αποτέλεσμα.

Βέβαια, αυτό που θα δούμε στην οθόνη είναι το αισθητικό όραμα της Ρέινας Εσκενάζυ, που είναι εξαιρετική στη δουλειά της, και η καλαίσθητη μεταφορά της Ρένας Ρίγγα, με την επιμέλεια της Μαρίας Αθήνη. Αλλά συζητήσαμε πολύ, δουλέψαμε πολύ, και πιστεύω ότι η εμπλοκή μου τις βοήθησε καθοριστικά στο να μπουν ακόμα πιο βαθιά στο πνεύμα του μυθιστορήματος.

Η γραφή σε κάθε σας βιβλίο είναι ιδιαιτέρως γλαφυρή, περιγράφετε πρόσωπα και εικόνες με τρόπο που ο αναγνώστης σας να τοποθετεί τον εαυτό του στο ιστορικό γίγνεσθαι σαν να είναι παρατηρητής. Πόσο δύσκολο ή εύκολο πιστεύετε ότι είναι να οπτικοποιηθεί ένα βιβλίο σας;

Νομίζω, υπάρχει μια κινηματογραφική αύρα στον τρόπο που γράφω, η οποία ευνοεί γενικά την οπτικοποίηση.

Η ΕΡΤ βέβαια έχει αναθέσει τη μεταφορά του «Φλόγα και άνεμος» σε ένα επιτελείο πολύ αξιόλογων ανθρώπων, με κορυφαία τη Ρέινα Εσκενάζυ στη σκηνοθεσία και τη Ρένα Ρίγγα στη διασκευή σεναρίου και ένα καταπληκτικό καστ ηθοποιών. Αυτό σας κάνει να αισθάνεστε ασφάλεια;

Ναι, απόλυτα. Η Εσκενάζυ έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να πλάθει υπέροχες εικόνες, έχει έναν φελινικό τρόπο προσέγγισης, που με μαγεύει. Φαίνεται και από τα πρώτα πλάνα που έχουν διαρρεύσει.

Σε μεταφέρει στο τότε, σου φτιάχνει ένα ταξίδι ανώτερης αισθητικής που ταιριάζει απόλυτα στο βιβλίο.

Η Ρίγγα, από την άλλη, κατάφερε να βρει όλα τα μυστικά κλειδιά του βιβλίου και να τα αποδώσει με πολύ γλαφυρό τρόπο, εστιάζοντας στα λεπτά συναισθήματα και στις σκοτεινές γωνίες που διατρέχουν αυτά τα ογδόντα χρόνια της ιστορίας μας.

Γενικά όμως, αισθάνομαι τυχερός και ευγνώμων, γιατί όπως είπατε υπάρχει αυτό το καταπληκτικό καστ των ηθοποιών, και επίσης υπάρχουν εξαιρετικοί συντελεστές, όπως η Κατερίνα Μαραγκουδάκη στη διεύθυνση φωτογραφίας, ο Μιχάλης Σδούγκος που έχει κάνει τα κοστούμια, ο Γιώργος Χατζηνάσιος που υπογράφει τη μουσική, και πολλοί ακόμα.

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη ΕΡΤ (@ertofficial_)

Πώς αξιολογείτε την παρούσα διανομή με την Καριοφυλλιά Καραμπέτη ως Κυβέλη και τον Άρη Λεμπεσόπουλο ως Γεώργιο Παπανδρέου;

Είναι εξαιρετικοί και οι δύο.

Υπάρχει κάποιος ρόλος που πιστεύετε ότι θα ταίριαζε καλύτερα σε κάποιον άλλον ηθοποιό σε σχέση με αυτόν που έχει επιλεγεί ήδη;

Πάντα μπορείς να πεις ότι εδώ θα ταίριαζε καλύτερα κάποιος άλλος ή ότι αυτό θα μπορούσε να είχε γίνει αλλιώς, αλλά θα ήμουν αχάριστος αν σκεφτόμουν έτσι.

Παίζουν τόσοι υπέροχοι ηθοποιοί, και κάποιοι από αυτούς σε κόντρα ρόλους, όπως ο Τσαλταμπάσης και ο Αγγέλου, ή σε πολύ ιδιαίτερους ρόλους, όπως ο Πανταζάρας που υποδύεται τον αινιγματικό υπασπιστή της χούντας ή η Τρικαλιώτη που ερμηνεύει την Μαρίκα Κοτοπούλη ή ο Ροϊλός που παίζει τον Δημήτρη Χορν, ή ο Καταλειφός και η Μπαζάκα και η Παπαληγούρα και η Σιμάτου, και πολλοί ακόμα, οπότε όχι, έχουμε την ιδανική σύνθεση, καλύτερη δεν θα μπορούσε να είναι.

Έχει τύχει να παρακολουθήσετε από κοντά τα γυρίσματα της σειράς;

Βεβαίως.

Πώς ήταν η εμπειρία του να βλέπετε δραματοποιημένα όσα γράφετε;

Πολύ όμορφη. Ξαναέζησα την συγκίνηση που είχα αισθανθεί όταν παρακολουθούσα τις θεατρικές πρόβες της «Ιστορίας χωρίς όνομα».

Τα νούμερα τηλεθέασης της σειράς όταν αυτή βγει στον «αέρα» είναι κάτι που σας απασχολεί;

Πρωτίστως με απασχολεί να παρουσιαστεί κάτι αντάξιο του βιβλίου. Αυτό είναι το πρώτο μου μέλημα. Από κει και πέρα, ναι, μου αρέσει όταν κάνω κάτι να πηγαίνει καλά και να είναι επιτυχημένο. Οπότε δεν αγνοώ ποτέ την ετυμηγορία του κοινού. Γενικά ο κόσμος είναι ο καθρέφτης της δουλειάς μας. Αυτός είναι πάντα το σημαντικότερο βαρόμετρο.

Τι περιμένουμε από εσάς σε επόμενη φάση; Έχετε βρει το θέμα του επόμενου βιβλίου σας;

Ναι, το έχω βρει, και είμαι σε στάδιο βαθιάς έρευνας. Αλλά θα αργήσει αρκετά. Τα βιβλία μου δεν γράφονται εύκολα. Περνούν από χίλια κύματα μέχρι να πάρουν μορφή και να φτάσουν στους αναγνώστες.