Θάνος Μπίρκος: «Ο μπαμπάς μου έφυγε ξαφνικά στον ύπνο του. Όσο περνάει ο καιρός φεύγει το δυσάρεστο της εικόνας της κηδείας»
Late night shows

Θάνος Μπίρκος: «Ο μπαμπάς μου έφυγε ξαφνικά στον ύπνο του. Όσο περνάει ο καιρός φεύγει το δυσάρεστο της εικόνας της κηδείας»

Θάνος Μπίρκος: «Ο μπαμπάς μου έφυγε ξαφνικά στον ύπνο του. Όσο περνάει ο καιρός φεύγει το δυσάρεστο της εικόνας της κηδείας»

Η ζωή στο Αγρίνιο, η υποκριτική και η απώλεια του πατέρα του

Ο Θάνος Μπίρκος συνάντησε τον Θέμη Γεωργαντά στο After Dark και μίλησε για τα παιδικά του χρόνια στο Αγρίνιο, τον ρόλο του στον «Σασμό» αλλά και την πρόσφατη απώλεια του πατέρα του.

Ο τηλεοπτικός Τόλης έχει γίνει πολύ αγαπητός από τους τηλεθεατές, αφού η αγάπη και η καλοσύνη που έχει κυρίως για τον Αστέρη, είναι μοναδική.

«Αρέσει πολύ και χαίρομαι που και εγώ βάζω ένα μικρό λιθαράκι. Ο Τόλης έχει το γράμμα που το κουβαλάει και έχει πάει και στην Καλλιόπη. Το 2023 έπαιξε η αποφυλάκιση και μέχρι πέρσι το θεωρούσα αδιανόητο. Εγώ είχα κλείσει να είμαι μέχρι να βγει από την φυλακή ο Αστέρης. Ήταν ωραίο να παίζεις στο κελί γιατί το είχα οικειοποιηθεί. Κάποια στιγμή ψάχναμε έναν λαγοπόδαρο και εγώ ήξερα που ήταν. Και στα breaks τρώγαμε στα τραπέζια της φυλακής», ανέφερε για τον «Σασμό».

Όσον αφορά τη ζωή του και την απώλεια του πατέρα του, είπε: «Έχω τελειώσει Διοίκηση Τουριστικών Επιχειρήσεων στην Πάτρα. Ξεκίνησα δραματική σχολή και στο πρώτο έτος στο ΤΕΙ πήγαινα το απόγευμα στην Αθήνα για μαθήματα. Ήθελα πολύ να το μάθω και να μην το εγκαταλείψω. Ήρθαμε μόνιμα το 1995 οικογενειακώς λόγω της δουλειάς του μπαμπά μου. Τότε έβλεπα “Λόγω Τιμής” και φανταζόμουν ότι θα ζούσα τη ζωή του Κούρκουλου. Αυτή η αλλαγή στην Αθήνα μου άρεσε γιατί μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα. Αν ήμουν στο Αγρίνιο, η ρώτα μου ήταν τα καπνά. Όταν ήμουν μικρός ήμουν δίπλα στον ψάλτη και κάποιες φορές όταν ήθελε ο ψάλτης να πάει τουαλέτα, έψελνα εγώ. Έχω κάνει κηδείες, βαφτίσεις. Έχω ευλογήσει και ζευγάρια. Μου άρεσε και η Μεγάλη Εβδομάδα που πηγαίναμε με το κατηχητικό. Έσπρωχνα τους πάντες για να είμαι μπροστά στο μικρόφωνο.

Ο μπαμπάς έφυγε ξαφνικά το 2020 στον ύπνο του. Έφυγε μάλλον από χαρά γιατί ήταν ο καιρός που θα μετακόμιζαν στο χωριό, είχε φτιάξει το μποστάνι του. Ήταν χαρούμενος, του άρεσε πολύ το χωριό. Όταν φεύγει, φεύγει αυτό το μαξιλάρι και πλέον παίρνεις την ευθύνη να θέσεις μόνος σου τα όρια. Όσο περνάει ο καιρός δεν μου λείπει λιγότερο, αλλάζει και φεύγει το δυσάρεστο της εικόνας που έχεις δει στην κηδεία. Βλέπεις και θυμάσαι τα ωραία, τα γέλια, τα όνειρα που έκαναν οι γονείς σου όταν ήσουν μικρός και τώρα τα καταλαβαίνεις.

Ήταν υπερήφανος για ό,τι κάνω και όταν έπαιζα στην Επίδαυρο. Πήγε στο καφενείο και τους είπε ότι έπαιξα στην Επίδαυρο και του είπαν πώς “δεν υπάρχει μεγαλύτερο”».